Άρθρα

Η διχογνωμία για την εξουσία στην ιστορία της συστημικής θεραπείας

Ακολουθώντας κάποιες σύγχρονες εξελίξεις στη θεωρία της οικογενειακής/συστημικής/μετανεωτερικής ψυχοθεραπείας, παρατηρώ ότι η συζήτηση για τις επιδράσεις της εξουσίας/δύναμης/ισχύος (power) έχει (επαν)έλθει στο προσκήνιο (πχ εδώ). Προσπαθώ να γράψω ένα άρθρο για αυτές τις εξελίξεις, ωστόσο έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον πιστεύω (για τους ‘ρέκτες’ συστημικούς συναδέλφους ίσως) να ανατρέξω σε κάποιες πηγές από την ιστορία της συστημικής, για να δούμε μια θεμελιώδη διαφωνία ανάμεσα στον Gregory Bateson και τον Jay Haley, όπως και το λόγο του ίδιου του Bateson για την εξουσία.

Το ερώτημα της εξουσίας διατρέχει θεωρώ τη συστημική επιστημολογία, οντολογία και ηθική, αλλά για να δούμε όμως το αντικείμενο της διαφωνίας, ας παραμερίσουμε τους ορισμούς και τα μεταφραστικά, ας το δούμε με κάποια (ακραία και μη) παραδείγματα/ερωτήματα:

  • όταν κάποιος χαστουκίζει κάποια, ασκεί εξουσία;
  • όταν κάποιος κακοποιεί ένα παιδί ασκεί εξουσία;
  • όταν κάποιος βομβαρδίζει μια χώρα ασκεί εξουσία;
  • όταν κάποιος κακοποιεί ένα ζώο, ασκεί εξουσία;
  • όταν κάποιος αρνείται την πρόσβαση σε ένα απόθεμα (πχ νερό, γνώση, κλπ), ασκεί εξουσία;
  • όταν κάποιος παράγει γνώση που θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς που θα βλάψουν ανθρώπους ή ζώα ασκεί εξουσία;
  • όταν κάποιος μετακινεί ένα αντικείμενο, ασκεί δύναμη;
  • όταν κάποιος αρθρώνει μια διάγνωση, ασκεί εξουσία/δύναμη;
  • όταν κάποιος διατυπώνει μια γνώμη για κάτι, ασκεί δύναμη;
  • όταν κάποιος (θεραπευτής) δίνει μια ανάθεση, ασκεί δύναμη;
  • όταν κάποιος χρησιμοποιεί μόνο το αρσενικό γένος για να θέσει τέτοια ερωτήματα, ασκεί εξουσία;

Τι λένε όμως οι μεγάλοι άνδρες της συστημικής για το θέμα αυτό; Ο Jay Haley σε μια συνέντευξή του ισχυρίζεται:

“Στον Bateson δεν άρεσε η εξουσία/δύναμη. Δεν του άρεσε καν η λέξη…. Θα έπαιρνε κάτι που είπα και θα το έκανε θέμα εξουσίας, ενώ καθόλου δεν το έννούσα έτσι. Ήταν υπερευαίσθητος στο ζήτημα αυτό [Θα συγκρουόταν] με τον οποιονδήποτε που θα έλεγε: “θα αλλάξω αυτό το άτομο”. Αν έλεγαν “θα προσφέρω στο άτομο μερικές ιδέες, και αν αλλάξει, αυτό είναι δικό του θέμα”, τότε ο Gregory δεν είχε πρόβλημα μαζί του… Κάθε επιρροή πέρα από το ατομικό του εύρος είναι επονείδιστη για εκείνον. Κάθε άμεσος χειρισμός ήταν επίσης εκτός κουβέντας” (μετάφραση από το Heims, 1991, αναφέρεται σε συνεντεύξεις του Haley που αναδημοσιεύονται στο βιβλίο του The Power Tactics of Jesus Christ, 1969).

Και πιο συγκεκριμένα επισημαίνει:

“Το ζήτημα της εξουσίας/δύναμης ήταν πάντα ένα πρόβλημα εντός του πρότζεκτ που δουλεύαμε. Εμένα μου φαινόταν ότι το πόση εξουσία/δύναμη ένα πρόσωπο θα επέτρεπε σε ένα άλλο να του ασκεί είναι κεντρικό θέμα στην ανθρώπινη ζωή. Ήταν επίσης ένα ιδιαίτερο θέμα στο ειδικό πεδίο των ερευνών μας – την ύπνωση, τη θεραπεία και τις διεργασίες εντός των οικογενειών, συγκεκριμένα των οικογενειών των τρελών. Υπήρχε ελάχιστη ή καθόλου έρευνα για την εξουσία και τον έλεγχο εκείνη τη χρονική στιγμή, και στην πραγματικότητα φαινόταν να υπάρχει μια αποφυγή του ζητήματος. Το ηθικό ζήτημα του αν κάποιος θα έπρεπε ή θα έπρεπε να μην παλεύει για εξουσία φαινόταν να εισάγεται στη μελέτη του φαινομένου (αναφέρεται στο Heims, 1991, πηγή από Sluzki & Ransom, 1976, σελ. 78).

Σε ένα φανταστικό διάλογο, ο Gregory Bateson, θα απαντούσε:

“Ο Haley ολισθαίνει επί πολύ πραγματικών επιστημολογικών διαφορών μεταξύ μας. Όπως εγώ το έβλεπα, πίστευε στην εγκυρότητα της μεταφοράς της ‘εξουσίας’ στις ανθρώπινες σχέσεις. Εγώ πίστευα τότε – και σήμερα το πιστεύω ακόμα πιο ισχυρά – ότι ο μύθος της εξουσίας πάντα διαφθείρει γιατί προτείνει πάντα μια ψευδή (αν και συμβατική) επιστημολογία. Πιστεύω ότι όλες αυτές οι μεταφορές που προέρχονται από το pleroma και εφαρμόζονται στα creatura είναι αντι-ευριστικές. Στρέφονται στη λάθος κατεύθυνση, και η κατεύθυνση δεν είναι λιγότερο λάθος ή λιγότερο κοινωνικά παθογόνος επειδή η σχετική μυθολογία εν μέρει επικυρώνει τον εαυτό της ανάμεσα σε εκείνους που την πιστεύουν και δρούν επ’ αυτής” (αναφέρεται στο Heims, 1991, πηγή από Sluzki & Ransom, 1976, σελ. 106).

Μεταφράζοντας από την ελεύθερα διαθέσιμη έκδοση στα αγγλικά του σημαντικού βιβλίου του Bateson (Steps to an Ecology of Mind), μέχρι να έρθει στα χέρια μου η ελληνική έκδοση, θα προσπαθήσω να παραθέσω το επιστημολογικό υπόβαθρο μιας τέτοιας άποψης. “Θεωρώ ότι ίσως η πιο ενδιαφέρουσα – αν και ακόμα ημιτελής – επιστημονική ανακάλυψη του 20ου αιώνα είναι η ανακάλυψη της φύσης του νου (nature of mind). Ας περιγράψω ορισμένες από τις ιδέες που έχουν συμβάλει σε αυτή την ανακάλυψη. Ο Immanuel Kant, στην Κριτική της Κριτικής Δύναμης, δηλώνει ότι η πρωταρχική δράση της αισθητικής κρίσης είναι η επιλογή ενός γεγονότος. Με μια έννοια, δεν υπάρχουν γεγονότα στη φύση. Αν προτιμάτε, υπάρχει ένας άπειρος αριθμός δυνητικών γεγονότων στη φύση, εκ των οποίων η κρίση επιλέγει ορισμένα τα οποία γίνονται πραγματικά γεγονότα από αυτή την πράξη [της επιλογής τους]. Τώρα, παραθέστε δίπλα σε αυτή την ιδέα του Κάντ την ενόραση του Jung στο έργο Seven Sermons to the Dead (Εφτά Κηρύγματα στους Νεκρούς), ένα παράξενο έγγραφο στο οποίο σημειώνει ότι υπάρχουν δυο κόσμοι εξήγησης, ή κόσμοι κατανόησης, το pleroma και το creatura. Στο pleroma υπάρχουν μόνο δυνάμεις και επιδράσεις. Στο creatura υπάρχει η διαφορά. Με άλλα λόγια, το pleroma είναι ο κόσμος των σκληρών επιστημών, ενώ το creatura είναι ο κόσμος της επικοινωνίας και της οργάνωσης. Μια διαφορά δεν μπορεί να γίνει τοπική. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο χρώμα αυτού το γραφείου και αυτού του τετραδίου. Αλλά αυτή η διαφορά δεν είναι στο τετράδιο, δεν είναι στο γραφείο, και δεν μπορώ να τη χώσω ανάμεσά τους. Η διαφορά δεν είναι στο χώρο μεταξύ τους. Με μια λέξη, η διαφορά είναι μια ιδέα. Ο κόσμος του creatura είναι αυτός ο κόσμος εξήγησης όπου οι επιδράσεις επέρχονται από ιδέες, ουσιαστικά από διαφορές. Αν τώρα φέρουμε δίπλα την ενόραση του Κάντ με του Γιούνγκ, δημιουργούμε μια φιλοσοφία που βεβαιώνει ότι υπάρχει ένας απεριόριστος αριθμός διαφορών σε αυτό το κομμάτι κιμωλίας αλλά ότι μόνο λίγες από αυτές τις διαφορές κάνουν μια διαφορά. Αυτή είναι η επιστημολογική βάση για τη θεωρία της πληροφορίας. Η μονάδα της πληροφορίας είναι η διαφορά. Στην πραγματικότητα, η μονάδα της ψυχολογικής εστίας εισόδου είναι η διαφορά” (σελ 486-487, από διάλεξη του G.B. στο Second Conference on Mental Health in Asia and the Pacific, 1969, στο East-West Center, Hawaii).

Με αυτή την επιστημολογική διάκριση μεταξύ pleroma & creatura, που θεμελιώνει στη σκέψη του Jung τις διαφορές που παράγονται, ο Bateson μιλάει πιο συγκεκριμένα για την εξουσία πιο κάτω:

“Λένε ότι η εξουσία διαφθείρει. Αλλά αυτό, υποψιάζομαι, είναι α-νοησίες. Αυτό που είναι αλήθεια είναι ότι η ιδέα της εξουσίας διαφθείρει. Η εξουσία διαφθείρει πιο γρήγορα εκείνουν που την πιστεύουν, και εκείνοι είναι αυτοί που θα την θέλουν περισσότερο. Προφανώς το δημοκρατικό μας σύστημα τείνει να αποδίδει εξουσία σε εκείνους που πεινούν για αυτή και να δίνει κάθε ευκαιρία σε όποιους δεν θέλουν την εξουσία να αποφύγουν να την αποκτήσουν. Όχι και πολύ ικανοποιητική διευθέτηση αν η εξουσία διαφθείρει εκείνους που πιστεύουν σε αυτή και τη θέλουν. Ίσως δεν υπάρχει κάτι όπως η μονομερής εξουσία. Στο κάτω-κάτω, ο άνδρας “στην εξουσία” εξαρτάται συνεχώς από τη λήψη πληροφοριών απ’ έξω. Απαντά σε αυτή την πληροφορία τόσο όσο “προκαλεί” τα πράγματα να συμβούν. Δεν θα ήταν δυνατό για τον Goebbels να ελέγχει τη δημόσια γνώμη της Γερμανίας επειδή για να το πετύχει θα έπρεπε να έχει κατασκόπους ή ανταποκριτές ή δημοσκοπήσεις κοινής γνώμης που να του λένε τι σκέφτονται οι Γερμανοί. Είναι μια δια-δραση, και όχι μια γραμμική κατάσταση. Αλλά ο μύθος της εξουσίας είναι, φυσικά, ένας πολύ ισχυρός μύθος και ίσως οι περισσότεροι άνθρωποι σε αυτό τον κόσμο τον πιστεύουν λίγο-πολύ. Είναι ένας μύθος που, αν όλοι τον πιστεύουν, αυτο-επικυρώνεται σε μια τέτοια έκταση. Αλλά είναι πάντως επιστημολογική τρέλα και οδηγεί αναπόφευκτα σε διάφορες καταστροφές. ” (σελ.491).

Ως κλείσιμο, έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι ο Heims αναφέρει τα εξής για τον Bateson: ‘Την περίοδο των συνεδρίων Macy (1941-1960) ο Bateson για πρώτη φορά ήταν σε μια μισο-ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία. Όπως και ο Norbert Wiener, ο Gregory Bateson μετά τον Β’Π.Π. είχε τύψεις αναλογιζόμενος τις δραστηριότητές του στον πόλεμο. Ο βιογράφος του, David Lipset, αναφέρει την “αποστροφή του Bateson που είχε συμμετάσχει στους ωμούς χειρισμούς της εφαρμοσμένης ανθρωπολογίας σε καιρό πολέμου” και προτείνει ότι η κατάθλιψή του μετά την εργασία του στο Office of Strategic Services in the Far East (πρόδρομη υπηρεσία της CIA) συντέλεσε στην παρόρμησή του να μελετήσει τη ψυχοθεραπεία. Η ψυχοθεραπεύτριά του, η Elizabeth Hellersberg, είχε Γιουγκιανό προσανατολισμό και έγινε προσωπική του φίλη, αναφέρει ο Heims (σελ. 147).

Βιβλιογραφία:

Bateson, G. (1972). Steps to an Ecology of Mind. New Jersey: Jason Aronson Inc.

Heims, S.J. (1991). The Cybernetics Group. Cambridge, MA.: MIT Press.

Lipset, D. (1982). Gregory Bateson, the legacy of a scientist. Beacon Press.

Sluzki, C.E. & Ransom, D.C. (1976). Double Bind: The Foundation of the Communicational Approach to the Family. Grune & Stratton.

Διεθνής Διημερίδα Ποιοτικής Έρευνας 8-9/12/2017

Στις 8-9/12 διοργανώνουμε στο Εργαστήριο Ποιοτικής Έρευνας στην Ψυχολογία και την Ψυχική Υγεία μια Διεθνή Διημερίδα με ομιλίες και εργαστήρια για την ποιοτική μεθοδολογία.
Θα μιλήσουν ο Jonathan Smith για την Ερμηνευτική Φαινομενολογική Ανάλυση, ο Brett Smith για την Αφηγηματική Ανάλυση
και η Ευγενία Γεωργάκα για την Ανάλυση Λόγου.
Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να δείτε στο ακόλουθο σύνδεσμο, όπου περιέχεται η πρόσκληση και ένα λεπτομερές πρόγραμμα, καθός και πληροφορίες επικοινωνίας.

ΠρόσκλησηΠρόγραμμα

Νέο: Μετεκπαιδευτικά Σεμινάρια Ποιοτικής Έρευνας 2017-2018

Σε συνέχεια της προηγούμενης χρονιάς, θα διδάξω ως επιμορφωτής μια σειρά Μετεκπαιδευτικών Σεμιναρίων Ποιοτικής Έρευνας για το Εργαστήριο Ποιοτικής Έρευνας στην Ψυχολογία και την Ψυχική Υγεία, του οποίου είμαι Επιστημονικός Συνεργάτης. Θα αφορούν το σχεδιασμό και την οργάνωση μιας ποιοτικής έρευνας, τη μέθοδο της θεματικής ανάλυσης, της ερμηνευτικής φαινομενολογικής ανάλυσης και της ανάλυσης λόγου. Παραθέτω την ανακοίνωση με τις λεπτομέρειες, ενώ μπορείτε να βρείτε τη δήλωση συμμετοχής εδώ.

Μετεκπαιδευτικά Σεμινάρια:

  • Εισαγωγή στις Ποιοτικές Μεθόδους Έρευνας στην Ψυχολογία, την Παιδαγωγική και τις Κοινωνικές Επιστήμες

  • H μέθοδος της Θεματικής Ανάλυσης

  • Η μέθοδος της Ερμηνευτικής Φαινομενολογικής Ανάλυσης

  • Η μέθοδος της Ανάλυσης Λόγου

  • Επιστημονικά Υπεύθυνη:

Δρ. Φιλία Ίσαρη: Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Τομέας Ψυχολογίας, Ε.Κ.Π.Α. Υπεύθυνη Εργαστηρίου Ποιοτικής Έρευνας στην Ψυχολογία & την Ψυχική Υγεία.

  • Επιμορφωτής:

Δρ. Γεώργιος Κεσίσογλου: Ψυχολόγος, Μεταδιδακτορικός Συνεργάτης του Εργαστηρίου Ποιοτικής Έρευνας στην Ψυχολογία & την Ψυχική Υγεία, Τομέας Ψυχολογίας, Φ.Π.Ψ., Ε.Κ.Π.Α.

Εισαγωγικά:

Η ποιοτική μεθοδολογία κερδίζει συνεχώς έδαφος στο ακαδημαϊκό ερευνητικό πεδίο στην ψυχολογία, την εκπαίδευση και τις κοινωνικές επιστήμες. Ωστόσο, έχει παρατηρηθεί ότι λείπει η επαρκής και συνεκτική γνώση της εφαρμογής της ποιοτικής μεθοδολογίας σε συγκεκριμένα ερευνητικά πεδία από τα προγράμματα σπουδών των συναφών κλάδων.

Η σειρά των προτεινόμενων ενοτήτων στα μετεκπαιδευτικά σεμινάρια Ποιοτικής Μεθοδολογίας Έρευνας στην Ψυχολογία, την Εκπαίδευση & τις Κοινωνικές Επιστήμες αποτελεί μια πλήρη επισκόπηση του πεδίου αυτού. Εστιάζει στη φιλοσοφική θεμελίωση του ποιοτικού παραδείγματος, στις βασικές διαφορές μεταξύ ποιοτικής και ποσοτικής έρευνας, στα πλεονεκτήματα και τους περιορισμούς των ποιοτικών ερευνών, στις μεθόδους συλλογής και ανάλυσης δεδομένων, τα κριτήρια ποιότητας και ζητήματα ηθικής και δεοντολογίας της ποιοτικής έρευνας. Θα υπάρχουν πρακτικές εφαρμογές των μεθόδων της Θεματικής Ανάλυσης, της Ερμηνευτικής Φαινομενολογικής Ανάλυσης και της Ανάλυσης Λόγου χρησιμοποιώντας πραγματικά ερευνητικά δεδομένα.

Στόχοι του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου:

Το Επιμορφωτικό Σεμινάριο σκοπεύει να εξοικειώσει τους συμμετέχοντες με τη χρήση, τη θεωρία, την παραγωγή και την ανάλυση ποιοτικών δεδομένων για ερευνητικούς σκοπούς, σύμφωνα με τις μεθόδους της Θεματικής Ανάλυσης, της Ερμηνευτικής Φαινομενολογικής Ανάλυσης και της Ανάλυσης Λόγου.

Οργάνωση:

Το σεμινάριο ξεκινά με την Ενότητα 1, προσφέροντας μια γενική εισαγωγή (4 συναντήσεις, 16 ώρες), συνεχίζεται με την Ενότητα 2 (3 συναντήσεις, 12 ώρες), την Ενότητα 3 (3 συναντήσεις, 12 ώρες), και ολοκληρώνεται με την Ενότητα 4 (3 συναντήσεις, 12 ώρες) για την εξειδίκευση σε επιμέρους μεθόδους ποιοτικής ανάλυσης. Οι συμμετέχοντες που ενδιαφέρονται για την ποιοτική έρευνα ενθαρρύνονται να ξεκινήσουν από την ενότητα 1 και να αποφασίσουν στη συνέχεια αν θέλουν να συμμετέχουν σε όλες τις ενότητες ή σε κάποιες από αυτές. Ωστόσο, μπορούν να ξεκινήσουν και από την ενότητα 2, 3 ή 4, αν έχουν γνώση των προηγούμενων ενοτήτων.

Περιεχόμενο του Σεμιναρίου:

Ενότητα 1: Σχεδιασμός και Διεξαγωγή μιας Ποιοτικής Έρευνας (16 ώρες – 4 συναντήσεις)

  • Επιστημολογία, Οντολογία και Θεωρία της Ποιοτικής Έρευνας

  • Διαφορές Ποιοτικής – Ποσοτικής Μεθοδολογίας

  • Ερευνητικά Ερωτήματα στην Ποιοτική Έρευνα

  • Ηθική και Δεοντολογία της Ποιοτικής Έρευνας

  • Κριτήρια Αξιολόγησης Ποιοτικής Έρευνας

  • Αναστοχασμός & Ερευνητική Υποκειμενικότητα

  • Λογισμικό στην Ποιοτική Έρευνα

  • Μέθοδοι Παραγωγής Δεδομένων (Πρακτική άσκηση στη διεξαγωγή μιας συνέντευξης – Focus Group)

  • Μέθοδοι Κωδικοποίησης & Ανάλυσης Δεδομένων

Ενότητα 2: Η μέθοδος της Θεματικής Ανάλυσης (12 ώρες – 3 συναντήσεις)

  • Η επιστημολογική προοπτική της Θεματικής Ανάλυσης

  • Διαμόρφωση Ερευνητικών Ερωτημάτων & Οδηγού Συνέντευξης

  • Η κωδικοποίηση και ανάλυση των δεδομένων κατά τη Θεματική Ανάλυση

  • Συγγραφή ερευνητικών ευρημάτων κατά τη Θεματική Ανάλυση

Ενότητα 3: Η μέθοδος της Ερμηνευτικής Φαινομενολογικής Ανάλυσης (12 ώρες – 3 συναντήσεις)

  • Φαινομενολογική και Ερμηνευτική προοπτική στην ποιοτική έρευνα

  • Διαμόρφωση Ερευνητικών Ερωτημάτων & Οδηγού Συνέντευξης

  • Η κωδικοποίηση και ανάλυση των δεδομένων κατά την Ερμηνευτική Φαινομενολογική Ανάλυση

  • Συγγραφή ερευνητικών ευρημάτων κατά την Ερμηνευτική Φαινομενολογική Ανάλυση

Ενότητα 4: Η μέθοδος της Ανάλυσης Λόγου – Λογοψυχολογίας (12 ώρες – 3 συναντήσεις)

  • Κοινωνικός Κονστρουξιονισμός στην ποιοτική έρευνα

  • Αποδόμηση – Κριτική Προοπτική στην Ανάλυση Λόγου

  • Διαμόρφωση Ερευνητικών Ερωτημάτων & Οδηγού Συνέντευξης

  • Η κωδικοποίηση και ανάλυση των δεδομένων κατά την Ανάλυση Λόγου

  • Συγγραφή ερευνητικών ευρημάτων κατά την Ανάλυση Λόγου

Ανάλογα με το ενδιαφέρον των συμμετεχόντων, θα ακολουθήσουν Θεματικές Ενότητες Εξειδίκευσης για τις μεθόδους: Συμμετοχική Εθνογραφία, Εμπειρικά Θεμελιωμένη Θεωρία, Αφηγηματική Ανάλυση, (Συμμετοχική) Έρευνα-Δράση.

Μέθοδοι Διδασκαλίας:

Για τη διδασκαλία του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου θα χρησιμοποιηθούν:

  • Σύντομες εισηγήσεις – παρουσιάσεις των περιεχομένων του μαθήματος με την χρήση κατάλληλου λογισμικού, Η/Υ και projector

  • role-playing σε δεξιότητες των ποιοτικών μεθόδων (πχ συνέντευξη, focus-group)

  • πρακτική άσκηση στην κωδικοποίηση δεδομένων

  • αναρτήσεις των εισηγήσεων και των αναγνωσμάτων σε ηλεκτρονική πλατφόρμα (e-class)

  • (συν)εργασία σε ομάδες για την παραγωγή ποιοτικής εργασίας

  • διερευνητική μάθηση

  • συνεργασία με τους επιμορφωτές

Που Απευθύνεται:

Το σεμινάριο απευθύνεται σε Ψυχολόγους, εκπαιδευτικούς της Α’/θμιας και Β’/θμιας εκπαίδευσης (διορισμένους ή αδιόριστους), Νηπιαγωγούς, Λογοπεδικούς, Κοινωνικούς Λειτουργούς, Κοινωνιολόγους, Κοινωνικούς Ανθρωπολόγους και φοιτητές των σχολών αυτών.

Στους συμμετέχοντες κάθε ενότητας θα δοθεί Βεβαίωση Παρακολούθησης Επιμορφωτικού Σεμιναρίου από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (Ε.Κ.Π.Α.).

Δήλωση Συμμετοχής:

Τη δήλωση συμμετοχής μπορείτε να τη βρείτε στη διεύθυνση: https://goo.gl/forms/6PIGxylOdtV7sfev2

Το Εργαστήριο επιβεβαιώνει τη λήψη της Αίτησης Συμμετοχής μέσω email και επικοινωνεί μαζί σας, μετά τη λήξη της προθεσμίας αποστολής δηλώσεων συμμετοχής, αποκλειστικά ηλεκτρονικά για την ενημέρωση.

Η κατάθεση της συμμετοχής σας για τις Ενότητες, σε τραπεζικό λογαριασμό του Πανεπιστημίου, γίνεται σύμφωνα με τις οδηγίες που θα δοθούν στο ενημερωτικό e-mail.

Διαδικαστικά:

Έναρξη σεμιναρίου: Δευτέρα 20 / 11 / 2017

Συνολική Διάρκεια: 52 ώρες, 13 συναντήσεις των 4 διδακτικών ωρών (διαδοχικά)

Ώρες συναντήσεων: Δευτέρα 16:00 – 20:00

Χώρος: αίθουσα της Φιλοσοφικής Σχολής, ΕΚΠΑ, Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου.

Κόστος συμμετοχής:

4 ενότητες: €400

Ενότητα 1: €150.

Ενότητα 2: €100

Ενότητα 3: €100

Ενότητα 4: €100

Οι ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ πρέπει να σταλούν έως: 10/11/2017

Ελάχιστος αριθμός συμμετεχόντων για την υλοποίηση: 10 άτομα.

Επισημάνσεις:

  1. Τα χρήματα της οικονομικής συμμετοχής δεν μπορούν να επιστραφούν σε περίπτωση μη παρακολούθησης του σεμιναρίου.

  2. Δυνατότητα απουσιών: 10% επί του συνόλου των ωρών παρακολούθησης του σεμιναρίου.

  3. Οι ενδιαφερόμενοι παρακαλούνται να ελέγχουν τακτικά και οπωσδήποτε έως και την έναρξη του σεμιναρίου τις νεότερες ανακοινώσεις, για έκτακτες εξελίξεις.

Σε κάθε επικοινωνία με το Εργαστήριο παρακαλείστε να αναφέρετε τον τίτλο του σεμιναρίου που ενδιαφέρεστε, ώστε να μπορείτε να εξυπηρετηθείτε άμεσα.

Οι προσεγγίσεις ανάλυσης λόγου στην ψυχολογία: σύντομη εισαγωγή – νέο κείμενο!

Ανεβάζω λοιπόν στη σελίδα με τα κείμενα μια τετρασέλιδη εισαγωγή στην ανάλυση λόγου στην ψυχολογία, η οποία είχε γραφτεί για ένα βιβλίο και ποτέ δεν μπήκε σε αυτό. Χρήσιμο για προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Διαθέσιμη εδώ: Ανάλυση Λόγου

Ανασχεδιασμός & Προσθήκη σελίδας κειμένων!

έγινε σήμερα εκτεταμένος ανασχεδιασμός στο site, για να γίνει πιο σύγχρονο και δυναμικό, με τη χρήση και προσαρμογή του wordpress theme Athena, αλλά και προστέθηκε μια νέα σελίδα που θα οργανώνει και θα παρουσιάζει όλα τα κείμενα στα οποία έχω βάλει το χεράκι μου, θεραπευτικά και ακαδημαϊκά.

Η σελίδα θα ανανεώνεται μέχρι να αναρτήσω τα κείμενα που έχω ασχοληθεί, αλλά και θα προστίθενται νέα.

Μπορείτε να δείτε τη νέα σελίδα “κείμενα” εδώ.

Καλοκαιρινές Διακοπές: 24/7 – 27/8

Το γραφείο θα είναι κλειστό για την απαραίτητη καλοκαιρινή ανάπαυλα από τος 24/7 ως τις 27/8.

Νέα αιτήματα για συνεδρίες και επαναπρογραμματισμός από Δευτέρα 28/8 λοιπόν!

Μετεκπαιδευτικό Σεμινάριο: “Σχεδιασμός και Διεξαγωγή μιας Ποιοτικής Έρευνας “

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ – ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ – ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ

ΤΟΜΕΑΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ & ΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

(www.qual.ppp.uoa.gr)

Μετεκπαιδευτικό Σεμινάριο:

«Ποιοτική Μεθοδολογία Έρευνας στην Ψυχολογία, την Εκπαίδευση και τις Κοινωνικές Επιστήμες»

  • Επιστημονικά Υπεύθυνη:

Φιλία Ίσαρη:Επίκουρη Καθηγήτρια Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Τομέας Ψυχολογίας, Εργαστήριο Ποιοτικής Έρευνας στην Ψυχολογία και την Ψυχική Υγεία, Φ.Π.Ψ., Ε.Κ.Π.Α.

  • Υπεύθυνος Εκπαίδευσης:

Δρ. Γεώργιος Κεσίσογλου: Ψυχολόγος, Μεταδιδακτορικός Συνεργάτης του Εργαστηρίου Ποιοτικής Έρευνας στην Ψυχολογία και την Ψυχική Υγεία, Τομέας Ψυχολογίας, Φ.Π.Ψ., Ε.Κ.Π.Α.

Εισαγωγικά

Το Εργαστήριο Ποιοτικής Έρευνας στην Ψυχολογία και την Ψυχική Υγεία ανακοινώνει τον Α΄ κύκλο του μετεκπαιδευτικού σεμιναρίου: «Ποιοτική Μεθοδολογία Έρευνας στην Ψυχολογία, την Εκπαίδευση και τις Κοινωνικές Επιστήμες». Η σειρά των προτεινόμενων κύκλων στο πλαίσιο του μετεκπαιδευτικού σεμιναρίου επιθυμεί να καλύψει το αυξανόμενο ενδιαφέρον για την ποιοτική έρευνα στο ακαδημαϊκό ερευνητικό πεδίο της ψυχολογίας, της εκπαίδευσης, της υγείας και γενικότερα των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών. Παράλληλα, επιδιώκει να ανταποκριθεί στο αίτημα το οποίο αρθρώνεται όλο και περισσότερο από μεταπτυχιακούς φοιτητές, υποψήφιους διδάκτορες και νέους ερευνητές για συστηματική, ενδελεχή, συνεκτική και επαρκή γνώση της εφαρμογής της ποιοτικής μεθοδολογίας σε συγκεκριμένα ερευνητικά πεδία. Το ποιοτικό ρεύμα είναι συνυφασμένο με έναν πλουραλιστικό και αναστοχαστικό προσανατολισμό στην επιστημονική γνώση, μπορεί δε να εμπλουτίσει με νέους τρόπους σκέψης και διαφορετικές πρακτικές το χώρο της έρευνας και της πράξης.

Α΄ κύκλος : Σχεδιασμός και Διεξαγωγή μιας Ποιοτικής Έρευνας (30 ώρες – 7 συναντήσεις)

  • Επιστημολογικές βάσεις των Ποιοτικών Μεθόδων Έρευνας

  • Διαφορές Ποιοτικής – Ποσοτικής Μεθοδολογίας

  • Ηθική και Δεοντολογία της Ποιοτικής Έρευνας

  • Αναστοχαστικότητα: Επιστημολογική και προσωπική

  • Κριτήρια αξιολόγησης Ποιοτικής Έρευνας

  • Ερευνητικό Σχέδιο

  • Μέθοδοι Παραγωγής Δεδομένων

  • Μέθοδοι κωδικοποίησης και ανάλυσης δεδομένων

  • Θεματική ανάλυση ως μέθοδος κωδικοποίησης και ανάλυσης δεδομένων.

  • Λογισμικό στην Ποιοτική Έρευνα

  • Ανακοίνωση των αποτελεσμάτων μιας ποιοτικής έρευνας

Οι επόμενοι κύκλοι του Μετεκπαιδευτικού Σεμιναρίου περιλαμβάνουν τα παρακάτω σεμινάρια εξειδίκευσης:

Ερμηνευτική Φαινομενολογική Ανάλυση, Εμπειρικά Θεμελιωμένη Θεωρία, Βιογραφική-Αφηγηματική Ανάλυση, Ανάλυση Λόγου – Λογοψυχολογία, Έρευνα-Δράση, Εθνογραφία, Μελέτες Περίπτωσης, Ποιοτικές Μέθοδοι Αξιολόγησης, Οπτικές Μέθοδοι, Ποιοτικές μέθοδοι έρευνας στη συμβουλευτική και κλινική πράξη κ.ά.

  • Μέθοδοι Διδασκαλίας:

Η διδασκαλία του Μετεκπαιδευτικού Σεμιναρίου συνδυάζεται με:

  • Σύντομες εισηγήσεις – παρουσιάσεις των περιεχομένων του μαθήματος με τη χρήση κατάλληλου λογισμικού, Η/Υ και projector

  • Role-playing σε δεξιότητες των ποιοτικών μεθόδων (π.χ. συνέντευξη, focus-group)

  • Πρακτική άσκηση στην κωδικοποίηση και ανάλυση δεδομένων

  • Αναρτήσεις των εισηγήσεων και των αναγνωσμάτων σε ηλεκτρονική πλατφόρμα

  • (συν)εργασία σε ομάδες για την παραγωγή ποιοτικής εργασίας

  • Διερευνητική μάθηση

  • Συνεργασία με τους εκπαιδευτές

  • Που απευθύνεται:

Το σεμινάριο απευθύνεται σε μεταπτυχιακούς φοιτητές/τριες, υποψήφιους/ες διδάκτορες, νέες ερευνήτριες και ερευνητές, ψυχολόγους, εκπαιδευτικούς, λογοπεδικούς, κοινωνικούς λειτουργούς, κοινωνιολόγους, κοινωνικούς ανθρωπολόγους, καθώς και σε άλλες ειδικότητες των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών.

Όριο απουσιών: 10% επί του συνόλου των ωρών παρακολούθησης του σεμιναρίου.

Σε όσους και όσες συμμετάσχουν στις δραστηριότητες κάθε κύκλου θα δοθεί Βεβαίωση Παρακολούθησης Μετεκπαιδευτικού Σεμιναρίου από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (Ε.Κ.Π.Α.).

  • Λεπτομέρειες λειτουργίας Σεμιναρίου:

Έναρξη σεμιναρίου: 21/11/2016

Συνολική Διάρκεια: 30 ώρες, που κατανέμονται σε επτά συνεδρίες των τεσσάρων διδακτικών ωρών (κατά περίπτωση).

Ημέρα και ώρες μαθημάτων: Δευτέρα 16:00 – 20:00.

Κόστος συμμετοχής: 150

Δεκτές δηλώσεις συμμετοχής μέχρι 15/11/2016.

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ

Τη δήλωση συμμετοχής μπορείτε να τη βρείτε στην: https://goo.gl/forms/lk9d34d3J4YfguZD3.

Το Εργαστήριο επικοινωνεί μαζί σας, μετά τη λήξη της προθεσμίας αποστολής δηλώσεων συμμετοχής, αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο (e-mail).

Η κατάθεση της συμμετοχής σας, σε τραπεζικό λογαριασμό του Πανεπιστημίου, γίνεται σύμφωνα με τις οδηγίες που θα δοθούν στο ενημερωτικό e-mail.

ΔΗΛΩΣΗ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ για τα εξειδικευμένα σεμινάρια:  https://goo.gl/forms/TSMZVp89R7Iqr31E3 

Καλοκαιρινές Διακοπές!

Το γραφείο θα παραμείνει κλειστό για το διάστημα 25/7-22/8, για τις τόσο απαραίτητες καλοκαιρινές διακοπές.

Για προγραμματισμό νέων συνεδριών, μπορείτε να επικοινωνήσετε από τη Δευτέρα 22/8 στα γνωστά τηλέφωνα (2106464898 – 6981714143).

Καλή ξεκούραση!

Πληθυντικοί Ανδρισμοί και Γλώσσα

Το ακόλουθο κείμενο είναι μια εκτεταμένη Βιβλιοπαρουσίαση του τόμου σε επιμέλεια του Tommaso Milani (2015), Language and Masculinities; Performances, Intersections, Dislocations. New York and London: Routledge. Θα δημοσιευόταν στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Radicalμα, το οποίο όμως δυστυχώς διέκοψε την έκδοσή του. Οπότε δημοσιεύεται στην προσωπική μου ιστοσελίδα, καθώς είναι μια συνοπτική εισαγωγή στα θέματα ανδρισμού και γλώσσας. 

Ο τόμος αυτός, σε επιμέλεια του T. Milani αποτελείται από μια συλλογή άρθρων από όλο τον κόσμο, αναφορικά με τις τομές, τις αμφισημίες και τις εκτοπίσεις (dislocations) στα πεδία των ανδρισμών1, του λόγου (discourse) και της εξουσίας. Η σημαντική συνεισφορά του τόμου, στο ευρύτερο πεδίο της κοινωνιογλωσσολογίας και της ανάλυσης λόγου, είναι ακριβώς η πληθυντική και ‘queer’ ακαδημαϊκή οπτική επί των ‘ανδρισμών’, στα βήματα ενός προηγούμενου τόμου με τίτλο Language and Masculinity των Johnson & Meinhof (1997). Ήδη από την εισαγωγή του, ο επιμελητής θέτει τον στόχο του τόμου, «να ξεφύγει από το ηγεμονικό κέντρο των ανδρισμών, όπως επιτελούνται από ετεροσεξουαλικούς άνδρες, προς πιο πολύπλοκες, ‘queer’ διευθετήσεις» (Milani, 2015, σελ. 6). Ο στόχος αυτός συνεπάγεται επίσης την εστίαση της προσοχής στους γλωσσικούς πόρους και πρακτικές με τις οποίες οι γυναίκες, οι τράνς- και τα intersex υποκείμενα επιτελούν μια ποικιλία διαφορετικών ανδρισμών που υπηρετούν μία πληθώρα διαφορετικών συμφερόντων (ο.π. σελ. 2). Είναι χρήσιμο όμως να προσδιορίσουμε τις έννοιες περί των ανδρισμών, γύρω από τις οποίες περιστρέφεται ο στόχος και τα κεφάλαια του βιβλίου.

Η σημαντικότερη έννοια που διαπνέει όλο το βιβλίο και κυρίως τα πρώτα 5 κεφάλαια –δηλαδή, το πρώτο μέρος που ξεκινά από τους ‘straight’ άνδρες– είναι βέβαια ο ανδρισμός (masculinity). Στον τόμο αυτό, ο ανδρισμός προσδιορίζεται σχεσιακά, σε αντιπαράθεση με την ομόλογη έννοια της θηλυκότητας· εννοιολογείται ως ένα σύνολο επιτελέσεων (performances) που ένα πρόσωπο (ανεξαρτήτως βιολογικού φύλου) πραγματώνει, χρησιμοποιώντας γλωσσικούς και άλλους πόρους παραγωγής νοήματος, εντός κάποιων νορμών, σε σχέση με το πως ένας ‘άνδρας’ πρέπει να φαίνεται, να ακούγεται και να συμπεριφέρεται. Οι ανδρισμοί είναι πολλοί, είναι στον πληθυντικό λόγω αφενός των περίπλοκων τρόπων με τους οποίους το κοινωνικό φύλο διαπλέκεται με μια ποικιλία άλλων κατηγοριών όπως η φυλή, η κοινωνική τάξη, η ηλικία, η εθνική ταυτότητα, η σωματική ικανότητα (κ.α.) και αφετέρου επειδή δεν ταυτίζονται με το βιολογικό φύλο, τον ανδρικό φαλλό, αλλά μπορούν να εκτοπιστούν από αυτόν. Ωστόσο, το βιβλίο πέρα από αυτή την ‘queer’ προοπτική της πληθυντικότητας, συζητά εκτενώς και την έννοια του ηγεμονικού ανδρισμού (hegemonic masculinity). Σύμφωνα με τον Πεχτελίδη (2012), η Connell (2005) χρησιμοποίησε την έννοια της ηγεµονίας του A. Gramsci προκειμένου να αναλύσει τις ασύμμετρες έµφυλες σχέσεις εξουσίας. Υποστήριξε, δηλαδή, ότι η έµφυλη ηγεμονία και κυριαρχία δεν είναι ποτέ δεδομένη, τελεί µονίµως υπό διαπραγμάτευση και ως εκ τούτου διεκδικείται και κερδίζεται διαρκώς. Η άνιση κατανομή της εξουσίας στην κοινωνία σημαίνει ότι κάποιοι τύποι ανδρισμού και θηλυκότητας είναι ηγεμονικοί σε συγκεκριμένους κοινωνικούς χώρους, στη βάση των ποικίλων συναρθρώσεων των διαφορετικών κοινωνικών θέσεων, όπως είναι η κοινωνική τάξη, η εθνότητα, η φυλή, η θρησκεία, η σεξουαλικότητα, κλπ. Ο ηγεμονικός ανδρισμός παράγεται και εξυμνείται στο πλαίσιο του ισχύοντος πατριαρχικού κοινωνικού συστήματος, το οποίο καθορίζει τους «κατάλληλους» τρόπους του να είσαι άνδρας και γυναίκα. Ο ηγεμονικός ανδρισμός, λοιπόν, εγκαθιδρύει μια κοινωνική θέση υψηλού κύρους και επιρροής, αποτελεί τον «κανόνα» ή το πρότυπο σε σχέση με το οποίο ορίζονται και ταξινομούνται ιεραρχικά οι άλλες μορφές ανδρισμού και θηλυκότητας (Πεχτελίδης, 2012). Παραδείγματα επιτελέσεων αυτού του ανδρισμού είναι οι γυμνασμένοι σύγχρονοι άνδρες των ανδρικών περιοδικών, των απογευματινών σήριαλ, των διαφημίσεων. Ο ηγεμονικός ανδρισμός καταφέρνει να καθορίσει το «κανονικό» και το «κατάλληλο», εγκαθιδρύοντας μια ιεραρχία, με συνέπεια οι υποτελείς ή διαφορετικές μορφές ανδρισμού να τίθενται στο περιθώριο και να μην γίνονται αντιληπτές οι συνέπειες της υποτέλειας αυτής. Σύμφωνα με την Connell (2005), η ηγεμονική μορφή ανδρισμού χαρακτηρίζεται από την υποχρεωτική ετεροσεξουαλικότητα, την οµοφοβία, τον µισογυνισµό, την κατοχή και άσκηση εξουσίας, την αυθεντία, την επιθετικότητα και βιαιότητα, καθώς και τις τεχνικές ή τεχνολογικές ικανότητες. Οι Kenway και Fitzclarence (2010) δίνουν μια πιο αναλυτική εικόνα των γνωρισμάτων αυτής της έννοιας, λέγοντας ότι ο ηγεμονικός ανδρισμός εκφράζεται μέσω της φυσικής δύναμης, της συναισθηματικής ουδετερότητας, της δράσης και της περιπέτειας, της ανταγωνιστικότητας, της πειθαρχίας και του αυτo-ελέγχου, της ορθολογικότητας, της αντικειμενικότητας, των δεξιοτήτων, της γνώσης και της ατομικότητας2.

Στα πρώτα 5 κεφάλαια του τόμου, λοιπόν, η έννοια του (ηγεμονικού) ανδρισμού αποτελεί το υπόβαθρο στο οποίο διαρθρώνεται η ‘queer’, διαθεματική (intersectional) κριτική ανάλυση. Το πρώτο κεφάλαιο, γραμμένο από τον επιμελητή, συνθέτει την ακαδημαϊκή θεωρία και κάποια παραδείγματα από τη δημόσια σφαίρα για να εισάγει το θεωρητικό πρόταγμα του τόμου, δηλαδή την ‘queer’ τομή στα πεδία της μελέτης του λόγου και του ανδρισμού. Στο δεύτερο κεφάλαιο, πιο εμπειρικά, ο Paul Baker χρησιμοποιεί μια στατιστική γλωσσολογική ανάλυση σε μεγάλα σώματα κειμενικών δεδομένων (corpus linguistics) για να συζητήσει τις ιστορικές αλλαγές στις αναπαραστάσεις των ανδρισμών στις Η.Π.Α. Πιο συγκεκριμένα, δείχνει ότι κάποιες ‘ενδογενείς’ ιδιότητες όπως η ανδρεία, η σωφροσύνη και η τιμιότητα, απαραίτητα χαρακτηριστικά του Αμερικανού άνδρα του 19ου αιώνα, έχουν υποχωρήσει έναντι της εξωτερικής εικόνας του μυώδους, γραμμωμένου σώματος, για τον άνδρα του 20ου-21ου αιώνα. Ο Robert Lawson στο τρίτο κεφάλαιο, παρουσιάζει μια συμμετοχική εθνογραφική, κοινωνιογλωσσολογική ανάλυση ενός λυκείου στη Γλασκώβη. Αναδεικνύει τις νεανικές ανδρικές γλωσσικές επιτελέσεις εν σχέσει με τη βία και την κοινωνική τάξη: πως δηλαδή παράγονται, αναδιαμορφώνονται και μετασχηματίζονται στον λόγο-εν-δράσει οι ιδεολογίες της βίας και οι ταυτότητες ‘σκληρών’ (νεαρών) ανδρών. Το επόμενο κεφάλαιο έχει μία παρόμοια εστίαση, στις γλωσσικές επιτελέσεις που κατασκευάζουν ηγεμονικές, ‘macho’ ανδρικές ταυτότητες, αν και ο Quentin Williams αντλεί τα δεδομένα του από τις μάχες χιπ-χοπ ομάδων (crews) σε κλάμπ του Γιοχάνεσμπουργκ της Ν. Αφρικής, όπου αυτές οι επιτελέσεις του ανδρισμού συμπλέκονται σε διαφορετικές γλώσσες, φυλές και κοινωνικές τάξεις. Στο πέμπτο κεφάλαιο, η Μichelle Lazar χρησιμοποιεί την κριτική ανάλυση λόγου ως μέθοδο για να αναλύσει ένα σώμα δεδομένων από αναρτήσεις σε ιστολόγια της Σιγκαπούρης. Οι αναρτήσεις αρθρώνουν έναν αντιφεμινιστικό λόγο από και για τους άνδρες ως το νέο-καταπιεσμένο φύλο. Στόχος της συγγραφέα είναι να αναδείξει τις λιγότερο ή περισσότερο ‘λεπτές’ ρηματικές στρατηγικές που χρησιμοποιούνται στις αναρτήσεις για να φτιασιδωθεί ο ανδρισμός, ώστε να διατηρηθεί ο ηγεμονικός χαρακτήρας και τα προνόμια των ανδρών.

Η έννοια της διαθεματικότητας3 (intersectionality), είναι η δεύτερη σημαντική έννοια/εργαλείο που εμπνέει την προοπτική του τόμου και των επιμέρους κεφαλαίων. Η προοπτική της διαθεματικότητας προέκυψε από την πολιτική των μαύρων φεμινιστριών στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (Collins, 1990). Συχνά θεωρείται μία έννοια-απάντηση στο κυρίαρχο (εκείνη την εποχή) φεμινιστικό θεωρητικό οικοδόμημα, το οποίο στηριζόταν στις έννοιες της «οικουμενικής γυναίκας» (δηλ. της δημιουργίας ενός «καθολικού» τύπου για το πως είναι μια γυναίκα) και της «αδελφοσύνης» (δηλαδή, της ενότητας όλων των γυναικών στη βάση αυτού του χαρακτηριστικού, ανεξαρτήτως των διαφορών τους)4. Στο κέντρο της διαθεματικής προσέγγισης βρίσκεται η επιθυμία να επισημανθούν οι μυριάδες τρόποι με τους οποίους διάφορες κατηγορίες και κοινωνικές θέσεις –όπως η φυλή, το κοινωνικό φύλο και η τάξη– διασταυρώνονται, αλληλεπιδρούν και αλληλοεπικαλύπτονται, παράγοντας συστημικές κοινωνικές ανισότητες (Crenshaw, 1994· Diggins, 2011). Στην αρχή, η διαθεματικότητα γινόταν αντιληπτή με βάση το τρίπτυχο «φυλή/τάξη/κοινωνικό φύλο», αλλά αργότερα διευρύνθηκε από την Patricia Hill Collins (1990) και συμπεριέλαβε επίσης κοινωνικούς τόπους όπως το έθνος, η σωματική ικανότητα, η σεξουαλικότητα και η ηλικία.

Σύμφωνα λοιπόν με την Crenshaw (1994), η διαθεματικότητα εννοιολογείται ως ένας «φακός» που εστιάζει την προσοχή στα «τυφλά» σημεία που υπάρχουν στον φεμινισμό, στον αντιρατσισμό, στην ταξική πολιτική· ένας “φακός” μέσα από τον οποίο μπορούμε να δούμε τη φυλή, την τάξη, το κοινωνικό φύλο, τη σεξουαλικότητα κ.λπ., ως αμοιβαία συγκροτούμενες διαδικασίες. Ως κατηγορίες, με άλλα λόγια, που δεν υφίστανται η μία ανεξάρτητα από την άλλη, αλλά αντιθέτως ενισχύουν αμοιβαία η μία την άλλη: ως κοινωνικές σχέσεις που αναπαράγονται απτά και με περίπλοκους τρόπους στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Η διαθεματική προοπτική, επομένως, δεν εξετάζει αυτές τις κοινωνικές θέσεις ως ξεχωριστές κατηγορίες, αλλά τις αντιμετωπίζει –σε θεωρητικό επίπεδο– ως αλληλοεπικαλυπτόμενες, περίπλοκες, αλληλεπιδρώσες, διατεμνόμενες, και συχνά αντιφατικές παραμέτρους. Με αυτόν τον φακό, γράφει η Nash (2008), γίνεται εφικτό να κατανοηθούν τα (ανδρικά) προνόμια και η καταπίεση ως ταυτόχρονα, πολύπλοκα και πολυδύναμα φαινόμενα. Επομένως, η έννοια αυτή προσφέρει μια πιο μεστή σύλληψη τόσο της κατασκευής της ταυτότητας όσο και της καταπίεσης, πάντα σε μια πολιτική κατεύθυνση αγώνα για την ισότητα των φύλων.

Στην τομή των ανδρισμών και της γλώσσας, οι queer προσεγγίσεις (Butler, 1999, 2009) στα υπόλοιπα κεφάλαια επιδιώκουν να κατανοήσουν εμπειρικά πως το κοινωνικό φύλο και η σεξουαλικότητα περιπλέκονται στην παραγωγή και καταξίωση του ‘κανονικού’, της νόρμας και στην επακόλουθη κατασκευή και απαξίωση του ‘παρεκκλίνοντος’. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μια τέτοια κριτική ενασχόληση με την κοινωνική (ανα)παραγωγή του ηγεμονικού ανδρισμού και της κανονικότητας μπορεί να ξεσκεπάσει και να αντιπαλέψει τους τρόπους με τους οποίους, μέσω του φύλου και της σεξουαλικότητας, λειτουργεί η εξουσία στις ανθρώπινες σχέσεις. Ως εκ τούτου, τα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου καταπιάνονται με την εκτόπιση των ανδρισμών από το βιολογικό φύλο, το ανδρικό πέος, καθώς, όπως δηλώνει η Kossofsky-Sedgwick (1995), μερικές φορές ο ανδρισμός δεν έχει καθόλου να κάνει με τους άνδρες. Κατά την Butler (1999, 2009), η queer προσέγγιση συμβάλλει στην εξάρθρωση της ‘μήτρας καταληπτότητας’ (matrix of intelligibility), δηλαδή, του πλέγματος πολιτισμικής καταληπτότητας μέσα από το οποίο φυσικοποιούνται τα σώματα, τα φύλα και οι επιθυμίες. Στα επόμενα κεφάλαια, μέσα από τη λεπτομερή ανάλυση του εκφερόμενου λόγου, γίνεται ακριβώς αυτό. Στο κεφάλαιο έξι, ο Ronald Beline Mendes, χρησιμοποιεί μια ποιοτική και ποσοτική κοινωνιογλωσσολογική μεθοδολογία ανάλυσης των υποκοριστικών στα Βραζιλιάνικα, προκειμένου να συζητήσει τη ρευστότητα της σχέσης της χρήσης υποκοριστικών και της σεξουαλικότητας του ομιλούντος. Σε ένα γλωσσικό πλαίσιο όπου η χρήση υποκοριστικών υποδηλώνει θηλυκότητα/θηλυπρέπεια, οι straight άνδρες5 τα χρησιμοποιούν ως γλωσσικό πόρο λιγότερο, με δεύτερους τους αρρενωπούς ομοφυλόφιλους άνδρες και τις αρρενωπές λεσβίες γυναίκες, αλλά πληροφορούν περισσότερο το λόγο των θηλυπρεπών λεσβιών, των straight γυναικών και των θηλυπρεπών ομοφυλόφιλων ανδρών. Ο φακός του επόμενου κεφαλαίου εστιάζει στο Ισραήλ, όπου μέσα από μια ανάλυση λόγου των ιστοριών coming-out ομοφυλόφιλων ανδρών, ο Erez Levon περιγράφει πως αυτοί οι άνδρες κατορθώνουν να αντιστέκονται σε περιθωριοποιητικούς λόγους στην πατρίδα τους, κινητοποιώντας έναν λόγο ηγεμονικού ανδρισμού που βρίσκεται σε συμφωνία με τις εθνικές Ισραηλινές έμφυλες και ηθικές νόρμες, οι οποίες επιτάσσουν ότι ο ιδανικός Ισραηλινός άνδρας είναι αναγκαστικά ανδροπρεπής και ετεροσεξουαλικός. Στο πολύ ενδιαφέρον όγδοο κεφάλαιο, η Veronika Koller κάνει μια ανάλυση λόγου μιας σύντομης queer πορνογραφικής ιστορίας. Αναδεικνύει πως χρησιμοποιείται η γλώσσα σε ένα κείμενο για να κατασκευάσει θέσεις υποκειμένου για τους/τις πρωταγωνιστές που δεν περιορίζονται σε διχοτομικές έμφυλες ταυτοτικές κατηγορίες, αλλά που είναι ρευστές έμφυλες και σεξουαλικές επιτελέσεις, περιλαμβάνοντας τόσο ηγεμονικούς όσο και θηλυκούς ανδρισμούς6. Και το επόμενο κεφάλαιο περιστρέφεται γύρω από τη συζήτηση μεταξύ ηγεμονικού και θηλυκού ανδρισμού, όπου η Lucy Jones παρουσιάζει μια ανάλυση κοινωνικο-πολιτισμικής γλωσσολογίας, για μια λεσβιακή ομάδα πεζοπορίας (hiking) στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στην ανάλυση αυτή, απέναντι στην έννοια του θηλυκού ανδρισμού, αναδεικνύει πως ο butch λεσβιανισμός παράγεται στο λόγο των συμμετεχουσών ως απόρριψη της ετεροκανονιστικής θηλυκότητας, ως κατασκευή μιας εναλλακτικής γυναικείας υπόστασης, παρά ως μίμηση του ανδρισμού. Ο Lal Zimman στο δέκατο κεφάλαιο χρησιμοποιεί μία πολύ ενδιαφέρουσα κοινωνιο-φωνητική εθνογραφική μέθοδο, σε κοινότητες τρανς-αρρενωπών (transmasculine)7 γυναικών για να τονίσει την ανάγκη προσεκτικότερης εξέτασης του πλήρους εύρους των κοινωνικών φύλων που μπορούν να προσδιοριστούν ως ανδρικά. Το κεφάλαιο εστιάζει στις φωνητικές αλλαγές των ομιλητών που βρίσκονται στον πρώτο χρόνο θεραπείας με τεστοστερόνη, η οποία προκαλεί σημαντική πτώση στον φωνητικό τόνο και ειδικότερα στην εκφορά του συριστικού συμφώνου [s]. Η φωνητική ποικιλία στην εκφορά του [s] από τους συμμετέχοντες κατά την ερευνητική διαδικασία δείχνει την ρευστότητα, την ευελιξία και το πολυδιάστατο του φύλου ως κοινωνικού συστήματος, καθώς αλληλοτέμνονται το βιολογικό φύλο, η έμφυλη ταυτότητα, ο έμφυλος προσδιορισμός, η παρουσίαση του φύλου και η σεξουαλικότητα για την φωνητική έκφραση της τρανς-αρρενωπότητας. Στο τελευταίο κεφάλαιο παρουσιάζεται η κατασκευή της βιωμένης εμπειρίας του/της8 Mani Bruce Mitchell, ενός intersex προσώπου. Ο Brian W. King χρησιμοποιεί έναν φακό queer γλωσσολογίας για να δείξει πως οι θεωρίες κοινωνικής κατασκευής μπορούν να συνυφανθούν με τον βιολογικό προσδιορισμό του φύλου σε μικρές ιστορίες, σε περιστάσεις όπου η/ο Mani Bruce Mitchell παρουσιάζει την πορεία της/του σε διαλέξεις σεξουαλικής εκπαίδευσης σε σχολεία.

Ο τόμος αυτός, μέσα από το ευρύ αλλά συνεκτικό φάσμα των κεφαλαίων του, κατορθώνει να πετύχει τον στόχο που τέθηκε στην εισαγωγή, δηλαδή, να συνθέσει μια πιο περίπλοκη και queer προοπτική στη μελέτη της γλώσσας και των ανδρισμών. Ωστόσο, τα κείμενα του βιβλίου έχουν έναν αυξημένο βαθμό δυσκολίας, απαιτώντας από τους αναγνώστες προχωρημένες γνώσεις στις θεωρίες του λόγου (discourse), της κατασκευής του έμφυλου, της (κοινωνιο)γλωσσολογίας, αλλά και της queer θεωρίας. Όπως έγινε ίσως κατανοητό από την παρουσίαση, ο τόμος απευθύνεται περισσότερο σε ένα κοινό εξοικειωμένο με τη (κοινωνιο)γλωσσολογική έρευνα, παρά σε ένα κοινό ψυχολόγων, ανθρωπολόγων ή κοινωνιολόγων που ενδιαφέρονται για τις προσεγγίσεις του λόγου. Σε κάθε περίπτωση όμως, αποτελεί έλλειμμα της (κοινωνικο-)ψυχολογικής προοπτικής η απροθυμία συνομιλίας με άλλες επιστημονικές περιοχές των κοινωνικών ή/και των ανθρωπιστικών επιστημών· ο τόμος αυτός αποτελεί λοιπόν ένα σημαντικό έργο για τη μελέτη των ανδρισμών, της συγκρότησης της έμφυλης ταυτότητας και της γλώσσας σε όλες τις κοινωνικές επιστήμες, καθώς εικονογραφεί εμπειρικά ακριβώς την πολλαπλότητα, τη διαθεματικότητα και τις εκτοπίσεις των ανδρισμών πέρα από τα ετεροκανονιστικά δίπολα.

Βιβλιογραφία

Butler, J. (1999, 2009). Αναταραχή Φύλου: ο Φεμινισμός και η Ανατροπή της Ταυτότητας. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Collins, P.H. (1990). Black feminist thought: Knowledge, consciousness and the politics of empowerment. Boston: Unwin Hyman.

Connell, R.W. (2005). Masculinities. Berkeley, Los Angeles: University of California Press.

Crenshaw, K.W. (1994). Mapping the margins: Intersectionality, identity politics, and violence against women of color. In M.A. Fineman & R. Mykitiuk (Eds.), The public nature of private violence (pp. 93-118). New York: Routledge.

Diggins, C.A. (2011). Examining Intersectionality: The Conflation of Race, Gender and Class in Individual and Collective Identities. Student Pulse, 3 (03), διαθέσιμο στο: http://www.studentpulse.com/a?id=417

Halberstam, J. (1998). Female Masculinity. Durham: Duke University Press.

Johnson, S., Meinhoff, U.H. (eds.) (1997). Language and Masculinity. Oxford: Blackwell.

Kenway J., Fitzclarence L. (2010). Masculinity, violence and schooling: challenging poisonous pedagogies. Gender and Education, 9 (1), 117-134.

Kossofsky-Sedgwick, E. (1995). Gosh Boy George. You must be awfully secure in your masculinity. In M.Berger, B.Wallis, S.Watson & C.M. Weems, Constructing Masculinity (11-20). New York: Routledge.

Milani, Τ. (ed.) (2015). Language and Masculinities; Performances, Intersections, Dislocations. New York and London: Routledge

Nash, J. (2008). Rethinking Intersectionality. Feminist Review, 89, 1-15.

Πεχτελίδης, Γ. (2012). Κοινωνιολογία του Ανδρισμού στο Σχολείο. Στο Να κοιτάς με άλλα μάτια να βλέπεις διαφορετικά – έμφυλες προσεγγίσεις στην εκπαίδευση. Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών – Σχολή Μωραϊτη.

1Για την προτίμηση του όρου ‘ανδρισμός’ έναντι της ‘αρρενωπότητας’ ως απόδοσης του αγγλικού ‘masculinity’, αντλώ από τον Πεχτελίδη (2012). 

2Η Connell (2005), βέβαια, σημειώνει ότι δεν υπάρχει µία, παγιωμένη, ενδεδειγμένη, μορφή ηγεμονικού ανδρισμού, καθώς ανάλογα με την κοινωνική περίσταση και τους μετέχοντες σ’ αυτήν ενεργοποιούνται κάθε φορά διάφορες όψεις αυτής της ταυτότητας.


3Για την ελληνική απόδοση της ‘διαθεματικότητας’ από τον αγγλόφωνο όρο intersectionality αντλώ από τη φεμινιστική ομάδα ‘καμένα σουτιέν’: http://kamenasoutien.com/2013/02/27/dia8ematikotita-intersectionality/


4Οι συζητήσεις της εποχής εκείνης για την εμπειρία της «οικουμενικής γυναίκας» καθρέφτιζαν συνήθως τις πιο προνομιούχες κατηγορίες γυναικών, δηλαδή τις λευκές, σωματικά υγιείς, μεσαίας τάξης, ετεροσεξουαλικές κ.λπ. γυναίκες, οι οποίες μπορούσαν και να αρθρώσουν θεωρητικό και πολιτικό λόγο.


5Έχει ενδιαφέρον ότι για τους straight άνδρες, η χρήση υποκοριστικών σε ορισμένα γλωσσικά πλαίσια μπορεί να παραπέμπει λιγότερο στο κοινωνικό φύλο και τη σεξουαλικότητα και περισσότερο σε τρυφερές αναμνήσεις της παιδικής τους ηλικίας.


6Η έννοια αυτή του ‘θηλυκού ανδρισμού’ του J.Jack Halberstam (1998), αναφέρεται στην παραγωγή μίας queer θέσης υποκειμένου που μπορεί με επιτυχία να προκαλέσει τα ηγεμονικά μοντέλα έμφυλης συμμόρφωσης και να εκτοπίσει τον ανδρισμό από το βιολογικό φύλο. Ως παράδειγμα αναφέρεται η κατηγορία του ‘αγοροκόριτσου’ σαν μία έμφυλη νεανική ταυτότητα όπου τα ανδρικά χαρακτηριστικά δεν θεωρούνται μη-κανονιστικά στην παιδική και νεανική ηλικία.


7Σύμφωνα με τον Zimman, ο όρος transmasculine αναφέρεται σε άτομα που έλαβαν έναν γυναικείο ρόλο κοινωνικού φύλου στη γέννησή τους, αλλά σε κάποιο σημείο της ζωής τους άρχισαν να αυτο-προσδιορίζονται ως άνδρες ή με κάποια άλλη ανδρική ταυτότητα.

8Σε αυτό το κεφάλαιο προσδιορίζεται ότι ο/η Mani Bruce Mitchell, έχοντας συνείδηση της intersex ταυτότητάς του/της, προτιμά να προσδιορίζεται πέρα από το δίπολο των φύλων, φτιάχνοντας αντωνυμίες όπως το hir, αντί για his/her. Για την ελληνική απόδοση των άρθρων, προτίμησα να χρησιμοποιήσω εναλλάξ και τα δυο.  

Ομιλία στις 18/3/2016: “Εργασία & Ψυχοκοινωνική Αποκατάσταση”

Την Παρασκευή 18/3 2016 θα πω μερικά λόγια για το θέμα των αλλαγών στη εργασία σε σχέση με την ψυχοκοινωνική αποκατάσταση στην 5η συνάντηση/συζήτηση της “Πρωτοβουλίας για ένα Πολύμορφο Κίνημα στην Ψυχική Υγεία”.

Θα διεξαχθεί στο στέκι του Δικτύου Hearing Voices, Τροίας 44 και Γ’ Σεπτεμβρίου.

Η συνάντηση είναι ανοιχτή σε όλους, χωρίς προεγγραφή ή οικονομική συνεισφορά.