του Παπανικολάου, Δ. (2018). Κάτι τρέχει με την οικογένεια: Έθνος, πόθος και συγγένεια την εποχή της κρίσης. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
Όταν εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2018 στις προθήκες το βιβλίο του Δημήτρη Παπανικολάου, αμέσως τράβηξε την προσοχή μου. Αυτή η έκφραση, «κάτι τρέχει με την οικογένεια», μαζί με τα προσδιοριστικά του τίτλου, «έθνος, πόθος και συγγένεια την εποχή της κρίσης» ήταν σαν ένα κάλεσμα για μένα, το οποίο απευθυνόταν σε διάφορες αμφιβολίες και ελλείψεις που αντιλαμβανόμουν αναφορικά με τη σύγχρονη θεωρία της οικογένειας στην Ελλάδα. «Κάτι τρέχει», που ξεφεύγει από τον αναλυτικό φακό μας. Ξεφυλλίζοντας το στο βιβλιοπωλείο, είδα με πολύ ενδιαφέρον ότι ο συγγραφέας δεν συζητούσε κλινικές περιπτώσεις ή τη βιβλιογραφία για την οικογένεια, αλλά σύγχρονα ‘πολιτισμικά κείμενα’, ταινίες, βιβλία, κλπ, οικεία σε μένα, που με είχαν αναστατώσει τα περισσότερα όταν τα είχα συναντήσει. Δεν μας γράφει από το χώρο των ψυ-επιστημών, αλλά από τις πολιτισμικές σπουδές και τη Νέα Ελληνική Φιλολογία, διδάσκοντας Νεοελληνική Λογοτεχνία στο κολέγιο St.Cross της Οξφόρδης από το 2004. Σε αυτή τη (εκτενή ίσως) δοκιμιακή βιβλιοπαρουσίαση, θα προσπαθήσω να αναδείξω γιατί το βιβλίο αξίζει να τύχει της προσοχής των επαγγελματιών που ασχολούνται με την οικογένεια, εκθέτοντας τις κύριες έννοιες-επιχειρήματα που εισάγει, καθώς και παρουσιάζοντας τη δομή των κεφαλαίων μέσα από τα κείμενα με τα οποία συνδιαλέγεται ο συγγραφέας. Στο τέλος παρατίθεται και μια βιβλιογραφία αυτών των πολιτισμικών κειμένων με σειρά αναφοράς.
Παραπομπή για τη βιβλιοπαρουσίαση: KESISOGLOU, G. (2019, November 8). Επανορθωτικές Αναγνώσεις επί της Οικογένειας: Βιβλιοπαρουσίαση. Διαθέσιμο στο: https://doi.org/10.31219/osf.io/mdjhq
Εκδίδεται αυτές τις ημέρες από τις εκδόσεις Red Marks το βιβλίο που γράψαμε από κοινού με την Κατερίνα Νικολοπούλου, συνθέτωντας τις διδακτορικές μας διατριβές για τις κατασκευές της εργασίας και των ταυτοτήτων των εργαζομένων στην Ελλάδα της “κρίσης”.
Ο Αλέξανδρος Κιουπκιολής, επίκουρος καθηγητής Σύγχρονων Πολιτικών Θεωριών στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, μας τίμησε γράφοντας τον πρόλογο. Όπως σημειώνει, ανάμεσα σε άλλα:
«Η παρούσα μελέτη της Κατερίνας Νικολοπούλου και του Γιώργου Κεσίσογλου για την εργασία και τις ταυτότητες στην Ελλάδα της κρίσης είναι μια δημιουργική και επίκαιρη συμβολή σε αυτή την «άλλη» έρευνα, η οποία φωτίζει διαφορετικά το πολιτικό και διανοίγει εναλλακτικούς ορίζοντες στην πολιτική σκέψη και δράση. Αξιοποιώντας τη μεθοδολογία και το εννοιολογικό οπλοστάσιο της κριτικής λογοψυχολογίας και δουλεύοντας με ημιδομημένες συνεντεύξεις, χαρτογραφούν τους ποικίλους και αντιφατικούς τρόπους με τους οποίους σύγχρονα υποκείμενα της εργασίας νοηματοδοτούν και διαχειρίζονται την κρίση, την ίδια την εργασία και την υποκειμενική θέση τους σε αυτή ως εργαζόμενοι/ες (…) Η μελέτη της Νικολοπούλου και του Κεσίσογλου δεν μνημονεύει απλώς αυτή τη συντακτική «βιοεξουσία από τα κάτω» που στέκεται απέναντι στη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία. Αποτελεί η ίδια ζωντανή μαρτυρία της, τεκμήριο της πραγματικής δυνατότητας για μια άλλη συν-εργασία που δημιουργεί με χαρά και κόπο, παράγοντας από κοινού όχι μόνο μεταξύ των εμφανών πρωταγωνιστών (εδώ, των συγγραφέων) αλλά και με την κοινωνική πολλαπλότητα (εδώ, τις συνομιλήτριες και τους συνομιλητές).»
Είναι ένα βιβλίο που ξεκινά από την κριτική κοινωνική ψυχολογία και την ψυχοκοινωνική οπτική για να συζητήσει τις εργασιακές ταυτότητες στο λόγο-εν-δράσει. Ξεφεύγει από τον καθαρό ακαδημαϊκό λόγο, για να συνομιλήσει με ευρύτερα ακροατήρια που ενδιαφέρονται να μελετήσουν τις ταυτοτικές αλλαγές, αλλά και τις κατασκευές της εργασίας και της κρίσης.
Στο οπισθόφυλλο, αναφέρονται τα εξής:
Το βιβλίο αυτό φιλοδοξεί να χαρτογραφήσει κριτικά τις ανταγωνιστικές αφηγήσεις περί εργασίας και επισφάλειας στο λόγο των νέων εργαζομένων στην Ελλάδα της «κρίσης».
Με ποιους τρόπους κατανοούν και περιγράφουν τις συνθήκες επισφαλούς εργασίας; Πώς αντιλαμβάνονται την αμειβόμενη εργασία και από ποιους συμβολικούς πόρους αντλούν για να μιλήσουν για τις εργασιακές ταυτότητές τους; Υπάρχουν εναλλακτικά εργασιακά φαντασιακά;
Απέναντι στα ερωτήματα αυτά, οι συγγραφείς δίνουν το λόγο στις εργαζόμενες-ους και αναλύουν τις αφηγήσεις τους, χρησιμοποιώντας εργαλεία της κριτικής λογοψυχολογίας. Την ίδια στιγμή, υπερβαίνοντας τα όρια της κοινωνικής ψυχολογίας, επιχειρούν να αναδείξουν τις νοηματοδοτήσεις της εργασίας που νομιμοποιούν το status quo και να εντοπίσουν εκείνες που αμφισβητούν το κυρίαρχο εργασιακό ήθος. Η ανάλυσή τους φωτίζει τις σκιές της σύγχρονης μεταδημοκρατικής συνθήκης, εμβαθύνοντας στις διαδικασίες συγκρότησης του «νεοφιλελεύθερου υποκειμένου», μέσα από ένα χειραφετητικό κριτικό πρίσμα.
Σελίδες 294, διαστάσεις 14×20,5
ISBN 978-618-83970-9-5
τιμή λιανικής €10,00
Εκδόσεις RedMarks, Δεκέμβρης 2019
Διαθέσιμο λοιπόν από Δευτέρα, σε όλα τα μεγάλα και κάποια μικρά και εναλλακτικά βιβλιοπωλεία, ή από το eshop των εκδόσεων Red Marks.
Στην πρότασή μας για τη διημερίδα 2019 της ΣΕΒΕ αποσκοπούμε να συζητήσουμε τη σχέση της έννοιας του ‘εαυτού’ με την πολλαπλότητα των εννοιολογήσεων των συν-αισθημάτων, όπως και τη χρήση τους μέσα στις σύγχρονες συστημικές θεωρήσεις. Οι πολλαπλές εννοιολογήσεις αυτές, με τις αντίστοιχες γλωσσικές και πολιτισμικές διαφορές τους ανάμεσα στις χώρες και τις επιστημονικές και θεραπευτικές παραδόσεις, για παράδειγμα, τόσο ως συγκινήσεις/επήρειες/συν-αισθήματα (affects), όσο και ως αισθημάτα (feeling), όσο και ως συναισθήματα (emotions), ο κυρίαρχος όρος, αλλά και ως τα Αριστοτελικά πάθη (passions), ή/και οι αισθήσεις (senses), ακόμα και οι ατμόσφαιρες (atmospheres), είναι ενδεικτικές της δυσκολίας αναπαράστασης και θεωρίας του μη-γλωσσικού ‘ενδοψυχικού’. Στην εισήγησή μας, πρώτα θα διατρέξουμε συνοπτικά την ιστορία τόσο της επιστημονικής διαπραγμάτευσης των συναισθημάτων, όσο και των θεραπευτικών χρήσεών τους στην οικογενειακή/συστημική πρακτική· στη συνέχεια, αντλώντας από σύγχρονες θεωρήσεις στην ευρεία οικογένεια της συστημικής θεραπείας (τη συστημική/διαλογική του Bertrando 2015, τη διαλογική του Rober 2016, τις πολυπολιτισμικές θεωρήσεις της κοινωνικής δικαιοσύνης των Larson & Almeida 1999, τις χαρτογραφήσεις των Gabb & Singh, 2015, τον διαλογικό εαυτό του Hermans, etc), θα αναζητήσουμε τρόπους με τους οποίους τα συναισθήματα αναπαρίστανται και γίνονται αντικείμενο αναστοχασμού, διαλόγου και επεξεργασίας στη θεραπευτική πρακτική. Τέλος, επιστρέφοντας στην ιδέα της Selvini-Palazzoli περί του ‘imbroglio’ (περιπλοκή) ως πρόβλημα στην οικογένεια, θα προσπαθήσουμε να δείξουμε τη χρησιμότητα μιας θεώρησης των συν-αισθημάτων όχι τόσο ως κατηγοριοποιήσιμων και πολιτισμικά οικείων αναπαραστάσεων (στο πρόσωπο ή στο σώμα), αλλά ως ‘διεμπλοκών’ (entanglements) ενσώματων αισθήσεων, λόγου και νοήματος, που επιτελούνται in situ μέσα σε συν-αισθηματικά συστήματα, οικογενειών και θεραπευτριών, πλούσια σε νόημα, σημασιοδοτήσεις και αξιολογήσεις.
Μέσα στα ενδιαφέροντά μου για τη συγκρότηση και την επιμέλεια αρχείων, και στα πλαίσια των διδακτικών μου υποχρεώσεων, επιμελήθηκα μια youtube playlist με σημαντικά πειράματα, παραδείγματα και περιγραφές στο αντικείμενο της Κοινωνικής Ψυχολογίας.
Προσπάθησα να περιέχει πρωτότυπο και αυθεντικό, ιστορικό οπτικοακουστικό υλικό, αναπαραστάσεις των πειραμάτων, αποφεύγοντας τα πολλά επεξηγηματικά animation και διδακτικά video, που είναι γεμάτο το youtube.
Τόσο στα ελληνικά όσο και στα αγγλικά, με κριτική οπτική, αποσκοπεί να είναι ένα οπτικοακουστικό εκπαιδευτικό συμπλήρωμα και μια ευκαιρία κατάδυσης στην ιστορία της Κοινωνικής Ψυχολογίας.
Έφτασε πάλι αυτή η στιγμή της χρονιάς όπου ποστάρω ότι το γραφείο θα είναι κλειστό για την απαραίτητη καλοκαιρινή ανάπαυλα, τα μπάνια και το διάβασμα από τις 15/7 ως τις 26/8.
Νέα αιτήματα για συνεδρίες και επαναπρογραμματισμοί λοιπόν θα γίνονται από τη Δευτέρα 26/8.
Στην ανάρτηση αυτή, που αντλεί από βιβλιοπαρουσίαση που θα δημοσιευτεί στο Μετάλογο, θα επιχειρήσω να θέσω την έννοια του αρχείου, ως μέρος της ‘αρχειακής στροφής’ στις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες. Επιδιώκω να κάνω μια νύξη (αναγκαστικά ελλιπώς), γιατί αυτή είναι χρήσιμη και συναφής με την (οικογενειακή/συστημική) θεραπεία. Στόχος μου είναι, (ίσως μεγαλόπνοα) να συνδεθούν αυτές οι σκέψεις σε ένα νήμα συλλογισμών που περιγράφουν μια κριτική προοπτική/πρακτική στη θεραπεία.
Όταν φέρνουμε στο νου την έννοια του αρχείου, συνειρμικά σκεφτόμαστε τα φορολογικά μας αρχεία, τα αρχεία που κρατάμε με σημειώσεις των θεραπευόμενων, τη στρατολογία, τους ιατρικούς μας φακέλους, ή και τα αρχεία που έχουμε στους υπολογιστές μας. Ο πρώτος λοιπόν λόγος αφορά τη σύνδεση της έννοιας του αρχείου με μια υλικότητα (materiality): με καταγραφές, χαρτιά, φακέλους, πυρίτιο, γραφεία, ερμάρια βιβλιοθήκών, Η/Υ, αλλά και ανθρώπινα σώματα· τα σώματα που έχει εντυπωθεί πάνω τους η ιστορία πολέμων, τα σώματα που λένε την ιστορία τους με τα τατουάζ τους, τα σώματα με περιτομές, ακρωτηριασμούς γεννητικών οργάνων και άλλα τραύματα βίας. Ξεφεύγει από το άυλο και το υποκειμενικό της (προσωπικής/συλλογικής) μνήμης, αποσυνδέεται από την προφορικότητα και τις αναμνήσεις, συνδέεται με τις εγγραφές, την ‘εν-τύπωση’ και την ‘εξουσία παρακατάθεσης’ που αναφέρει ο Ζακ Ντεριντά (1996) στο θεμελιακό του δοκίμιο για το αρχείο. Εκεί, ο Ντεριντά (σελ. 11-12) ορίζει τη συνθήκη του αρχείου: «θα ήταν η εξωτερικότητα ενός τόπου, η τοπογραφική ενεργοποίηση μιας τεχνικής παρακαταθέσεως, η συγκρότηση μιας βαθμίδας και ενός εξουσιαστικού σημείου (του άρχοντα, του αρχείου, δηλαδή συχνά του Κράτους, και μάλιστα ενός πατριαρχικού ή Πατριαρχικού Κράτους)». Έτσι λοιπόν, και ετυμολογικά και θεωρητικά, το ‘αρχείο’ συνδέεται με την ‘αρχή’, την εξουσία. «Αλλά σε ποιον ανήκει σε τελευταία ανάλυση η αυθεντία σχετικά με τη θέσμιση του αρχείου;» διερωτάται στο ίδιο δοκίμιο ο Ντεριντά. Αυτός είναι ο δεύτερος λόγος, η ανάδειξη, μέσω αυτής της έννοιας, της σημασίας της εξουσίας στις ζωές των ανθρώπων. Σε αυτή τη συλλογιστική και η Ελπίδα Καραμπά (2011, σελ. 26), αναφέρει ότι «τα αρχεία, στη νεωτερικότητα, γίνονται ο αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής της γραφειοκρατικής και βιοπολιτικής οργάνωσης, ως τα εχέγγυα της (εθνικής, κρατικής, υπερκρατικής) ιστορίας και της μνήμης της, της νομολογικής αρχής της. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα αρχεία αναλαμβάνουν τον ρόλο των κανονιστικών εργαλείων αυτού του διακριτού τρόπου ζωής. Ωστόσο, τόσο στη νεωτερική όσο και στη μεταμοντέρνα παραλλαγή του, ξεδιπλώθηκαν μέσα στην αμφίσημη σχέση με την εξουσία, μια σχέση παραγωγική και καταστροφική». Αυτός είναι και ο τρίτος λόγος που έχει σημασία η έννοια του αρχείου, καθώς ενέχει τη σύγκρουση ορισμών, τη δυνατότητα νέων αναγνώσεων του παρελθόντος, εκ νέου ερμηνειών του παρελθόντος, μέσα από τη διττή, καταστροφική και παραγωγική, ενσώματη σχέση με την εξουσία. Η Χάρις Κανελλοπούλου σε δημοσίευση για την αρχειακή τέχνη (2015, σελ. 22) διακηρύσσει ότι «τα αρχεία είναι ίχνη στα οποία ανταποκρινόμαστε. Καθώς τα τελευταία χρόνια, συνθήκες έκτακτης ανάγκης και διακινδύνευσης μας οδηγούν να επιστρέφουμε σε νέες αναγνώσεις του παρελθόντος, δημιουργείται μία εξαιρετική ευκαιρία επαναπροσδιορισμού και ενεργοποίησης και των αρχειακών θεσμών, καθώς προσκαλούνται κι αυτοί σε μία ανοικτή διαδικασία διαλόγου με την κοινωνία». Ο Παπανικολάου, στις σελίδες 98-99 (2018), συγκατανεύει: «το αρχείο έτσι όπως νοείται εδώ, δεν είναι πια παθητικό αποθετήριο πληροφοριών αλλά ενεργειακό πεδίο σύγκρουσης, δεν είναι ένα πεπερασμένο υλικό, αλλά ένα επιστημολογικό και γνωσιολογικό πείραμα, δεν είναι, με άλλα λόγια ένας τόπος όπου η γνώση ανασύρεται, αλλά γίνεται αντίθετα ένα σύμπλεγμα τόπων πολλαπλών, όπου η γνώση, πλεγμένη ήδη και πάντα με εξουσία, παράγεται». Ένας τελικός ορισμός από την Κανελλοπούλου (2015, σελ. 17), λοιπόν θα ήταν: «το αρχείο (οφείλει να) κατέχει καίρια θέση ως έννοια, τόπος και θεσμός που τεκμηριώνει, διαφυλάττει και κατοχυρώνει την ενθύμηση ιστορικών δεδομένων, όχι ως ερμητικά κλειστό κι “ουδέτερο” αποθετήριο μνήμης, αλλά ως ανοικτός χώρος διαπραγμάτευσής τους, η οποία μπορεί να οδηγήσει στη βαθύτερη κατανόηση του παρόντος και στη διαμόρφωση του μέλλοντος».
Σε αυτά τα σημεία λοιπόν καταγράφεται η χρησιμότητα αυτής της έννοιας και για τον Παπανικολάου, ο οποίος προτείνει την έννοια της αναταραχής αρχείου. Ονομάζει έτσι «αυτή την έντονη αλλά και εικονοκλαστική διάθεση επιστροφής στο υλικό στίγμα του παρελθόντος, η οποία όμως ξεκινάει από το ενσώματο παρόν, από το σώμα δηλαδή ως εμπειρία αλλά και ως χρονικότητα, το σώμα ως επιβολή και όριο αλλά και ως υπέρβαση τους, επιμένοντας μάλιστα συχνά στην εικόνα ενός σώματος σε κρίση, σε αναταραχή» (σελίδα 178). Και σημειώνει, συνδέοντας την έννοια αυτή, ενδεικτικά, με την ‘διαδικασία μιας ψυχανάλυσης’: «η αναταραχή αρχείου είναι μια ιδιόμορφη αναδίφηση στον ιστορικό χρόνο και το αρχειακό στίγμα, που συνδυάζεται με μια επιστροφή στο σώμα και την καταστατική του επισφάλεια, και χαρακτήρισε νομίζω στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και τη δημόσια συζήτηση και πολύ περισσότερο την πολιτισμική παραγωγή. Η αναταραχή αρχείου, ιδιαίτερα στο αφηγηματικό πλαίσιο της οικογένειας, με το οποίο ασχολήθηκα σε αυτό το βιβλίο, μοιάζει λίγο, είναι αλήθεια, και σαν απόπειρα ψυχανάλυσης που επιμένει όχι στο αποτέλεσμα, αλλά στη διαδικασία. Όπου αυτό που καλείται να ανασύρει από το παρελθόν ο αναλυόμενος, όσο και αν είναι ατελές, αποσπασματικό ή ανακόλουθο, παραμένει πάντως και σωματικά δυσβάσταχτο, σπαρακτικό και αναταρακτικό, και ταυτόχρονα, αναρχικά δυνατό. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος που, εκτός από ιστορίες απορίας, καταγγελίας και διαμαρτυρίας, συχνά και ταυτόχρονα, η αναταραχή αρχείου φέρνει συχνά και ιστορίες συναισθήματος, επιθυμίας, επαφής» (στις σελ. 422-423). Ανακεφαλαιώνοντας, η έννοια του “αρχείου” μπορεί να προσφέρει στις οικογενειακές/συστημικές θεραπευτικές πρακτικές μια προοπτική που συναρμολογεί ενεργητικά την υλικότητα, την εξουσία και την συγκροτητική/αμφισβητητική δύναμη του σώματος.
μια ξερολιθιά
Η φιλόσοφος Isabelle Stengers (2011) ζήτησε ένα “πολιτισμό των διάκενων”, ένα μέρος γόνιμων σχισμών που “ανοίγουν την ανθρώπινη συλλογικότητα σε ένα απ’ έξω η εισβολή του οποίου αναστέλλει τη συνήθη κοινωνική λειτουργία (σελ. 328), που μας καλεί να αναφωνήσουμε: “αυτό είναι όλο δηλαδή;” Επομένως, αντί να χρησιμοποιηθεί για να εγκλείσει την δυνατότητα, ένα αρχείο μπορεί να χτιστεί ως ένα διαφορετικό είδος τοίχου: όχι τόσο από τσιμέντο, αλλά από ξερολιθιά. “Το τσιμέντο απορρίπτει τα διάκενα όπου μεγαλώνουν τα ζιζάνια τα οποία μια μέρα θα του ανοίξουν τρύπα. Οι ξερολιθιές, μπορούν φυσικά να μετατοπιστούν, και τα χόρτα που τις μετατοπίζουν σίγουρα μπορεί να απαλείψουν από το γεγονός ότι χωρίς τις πέτρες, το χώμα όπου φυτρώνουν δεν θα κρατιέται. Αλλά ο τοίχος από ξερολιθιά δεν αντιπαραβάλλεται με τα διάκενα: αυτά του ανήκουν τόσο όσο και οι πέτρες που τον αποτελούν (σελ. 274).
Ο στόχος του ανθρώπου που έρχεται να με συμβουλευτεί είναι γενικά να συν-διερευνήσει τρόπους με τους οποίους να αλλάξει τη σχέση με το συγκεκριμένο πρόβλημα στη ζωή του. Ο στόχος μου στη δουλειά αυτή, πέρα από το να είμαι συν- ερευνητής σε αυτή τη διεργασία, είναι να προσπαθήσω να προσθέσω στο αρχείο της γνώσης για αυτό το συγκεκριμένο πρόβλημα, καθώς είναι κάτι που θα προχωρήσω στη δουλειά μου με άλλους. Πολλοί άνθρωποι με τους οποίους μοιραστήκαμε αυτές τiς σχέσεις συν-έρευνας προχώρησαν τη ζωή τους μόλις οι σχέσεις που διερευνούσαμε δεν τους ‘έκαιγαν’ τόσο πολύ, και αυτό είναι ΟΚ. Αλλά ως συν-ερευνητής, ως αρχειοθέτης, έχεις την ηθική υποχρέωση διατήρησης αυτών των εναλλακτικών γνώσεων και δημόσιας διάθεσής τους με τρόπους που συμφωνούν και επιβεβαιώνουν οι άνθρωποι που συνεισφέρουν σε αυτές.
Μετά από αρκετά χρόνια διδασκαλίας ποιοτικών μεθοδολογιών σε προπτυχιακό και μεταπτυχιακό επίπεδο για την ψυχολογία και τις κοινωνικές επιστήμες, αφού επόπτευσα πολλές διπλωματικές εργασίες και μεταπτυχιακά στο πανεπιστήμιο, αφού συνέδραμα στο σχεδιασμό και την υλοποίηση αρκετών εισηγήσεων και δημοσιεύσεων με τη χρήση ποιοτικής μεθοδολογίας (όπως μπορείτε να δείτε στο βιογραφικό μου) , αποφάσισα να προσφέρω αυτή την υπηρεσία και στην ιδιωτική μου πρακτική. Οπότε,
Πιο συγκεκριμένα, τι προσφέρω (σε ελληνικά-αγγλικά):
Υποστήριξη στην εκμάθηση δεξιοτήτων ποιοτικής έρευνας (διεξαγωγή συνέντευξης, ομάδας εστίασης, κωδικοποίηση και ανάλυση δεδομένων) με πραγματικά δεδομένα και role-playing
Εποπτεία με συμβουλές & κατευθύνσεις για την ορθή υλοποίηση μιας έρευνας (σχεδιασμός, δημιουργία οδηγού συνέντευξης, απομαγνητοφώνηση, κωδικοποίηση και ανάλυση δεδομένων, συγγραφή αποτελεσμάτων και συζήτησης)
Ελεύθερης Πρόσβασης, δημιουργημένο με ανοιχτό λογισμικό από το εκδοτικό εγχείρημα Apparatus, διαθέσιμο σε διάφορες ψηφιακές μορφές για ηλεκτρονική ανάγνωση.
Ποια η ιστορία του;
Εδώ και πολλά χρόνια, το ενδιαφέρον και τα διαβάσματά μου για τη μεθοδολογία της έρευνας και τους τρόπους συγκρότησης της πραγματικότητας, στην κατεύθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης και του αγώνα, με οδήγησε να αναζητήσω και να μεταφράσω κείμενα και παραδείγματα μεθοδολογίας που αναφέρονταν στην εργατική έρευνα, στις πρακτικές αγωνιστικής έρευνας και στα παραδείγματα και τις μεθοδολογίες συμμετοχικής έρευνας δράσης. Αυτά τα κείμενα είχαν δημοσιευτεί στο αφιέρωμα στην αγωνιστική έρευνα, στο ιστολόγιο “για μια κριτική και ριζοσπαστική ψυχολογία”, του οποίου είχα την επιμέλεια τότε. Το 2015 περίπου έγραψα επίσης ένα άρθρο, που κάπως πλαισίωνε αυτά τα κείμενα σε μια συλλογιστική, μαζί με αρκετές παραπομπές. Μετά από πολλή αργοπορία, αλλαγές στη ζωή, και πολλή δουλειά, προχώρησα σε μια αυτο-έκδοση, ώστε να μπορέσουν αυτά τα κείμενα να παρουσιαστούν συνολικά, με συνείδηση ότι ίσως να έχει παρέλθει ο καιρός τους.
Δημοσιεύτηκε σήμερα η βιβλιοπαρουσίαση που είχα υποβάλλει στα ψυχογραφήματα, για την έκδοση του βιβλίου του Ian Parker “Επανάσταση στην Ψυχολογία: από την αλλοτρίωση στη χειραφέτηση“. Μπορείτε να τη βρείτε εδώ, και παραθέτω πιο κάτω το κείμενό της.
Σχεδόν 10 χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του, κυκλοφόρησε και στα Ελληνικά το βιβλίο “Επανάσταση στην Ψυχολογία” από τις εκδόσεις Oposito. Η έκδοση επικαιροποιεί την παρουσία και στην Ελλάδα ενός ρεύματος βιβλίων, προσεγγίσεων και πρακτικών που προάγουν την κριτική στην κυρίαρχη ψυχολογία. Το ρεύμα αυτό στρέφει τα βέλη της κριτικής τόσο στον ίδιο τον κλάδο της ψυχολογίας, τις θεωρίες, μεθόδους έρευνας και τις εφαρμοσμένες πρακτικές του, όσο και στη συμβολή (ή συνηθέστερα την αποχή) του από τους αγώνες για την κοινωνική αλλαγή. Αυτό το βιβλίο συνοψίζει τα σημεία που αλλοτριώνουν τα υποκείμενα στην ψυχολογία συνολικά αλλά το σημαντικότερο, φωτίζει συγκεκριμένες ρωγμές αντίστασης, επαναστατικής σκέψης και χειραφέτησης. Προτείνεται λοιπόν τόσο για ειδικούς της ψυχολογίας, που νιώθοντας δυσανεξία με την κυρίαρχη ψυχολογική πρακτική, επιθυμούν να εξοικειωθούν με ένα ‘απελευθερωτικό’ κριτικό παράδειγμα· για προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές, που χρειάζονται εργαλεία και πόρους για να υποστηρίξουν κριτικά την πρόθεσή τους να είναι χρήσιμοι για τους ανθρώπους και την κοινωνική αλλαγή· για όποιον ενδιαφέρεται για τη θεωρητικά τεκμηριωμένη κατάδειξη της αλλοτριωτικής επίδρασης της ψυχολογίας και την κατανόηση των σχέσεων της ψυχολογίας με τα ριζοσπαστικά ρεύματα της πολιτικής.
Ο συγγραφέας του, Ιαν Πάρκερ, με εκτενές συγγραφικό έργο, είναι κριτικός ψυχολόγος και λακανικός ψυχαναλυτής, ιδρυτικό μέλος με την Erica Burman του Discourse Unit (Ινστιτούτο Ποιοτικής και Θεωρητικής Έρευνας για την Αναπαραγωγή και το Μετασχηματισμό της Γλώσσας, της Υποκειμενικότητας και της Πρακτικής). Για πολλά χρόνια ήταν καθηγητής στο τμήμα Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Manchester όπου διαμένει, αλλά τερματίστηκε η απασχόλησή του εκεί μετά από μια διαμάχη για το φόρτο εργασίας, διαμάχη που προκάλεσε διεθνές κύμα δημοσιότητας και αλληλεγγύης στους ακαδημαϊκούς χώρους.
Ο Πάρκερ δεν χαρίζει κάστανα στην (πολιτική) κριτική του για (μας) τους ψυχολόγους. Αυτή όμως είναι και η τομή του βιβλίου, για την ελληνική βιβλιογραφία. Πολύ συχνά, ο κλάδος και η επιστήμη της ψυχολογίας παραμένει στο περιθώριο της κριτικής στη δημόσια σφαίρα, καθώς οι επιστημολογικές παραδοχές, οι μέθοδοι και οι εφαρμογές της ξεφεύγουν από ένα εποπτικό πεδίο που επιμένει να χρησιμοποιεί την ψυχανάλυση ως τη μόνη βάση για (μετα-)ψυχολογική κριτική θεωρία. Ο λόγος περί της ψυχολογίας παραμένει σε μεγάλο βαθμό υπόθεση των ψυχολόγων, οι οποίοι τείνουν να παραβλέπουν τη σύνδεσή της με την πολιτική στο ιστορικό πλαίσιο που ασκείται. Ο στόχος λοιπόν του βιβλίου είναι διττός: να προσφέρει το θεωρητικό υπόβαθρο για την κατανόηση του πως το πεδίο της ψυχολογίας (η ατομική εμπειρία μας διαχωρισμένοι από τους άλλους) και η επιστήμη της ψυχολογίας (ένα σώμα γνώσης και τεχνικών) εμφανίστηκαν στον κόσμο· και να αναζητήσει τρόπους για την παρέμβαση και τον μετασχηματισμό της σε κάτι διαφορετικό. Ο άξονας όπου διαρθρώνεται το επιχείρημα του βιβλίου είναι λοιπόν η ανάδειξη της αδιαχώριστης σχέσης της ψυχολογίας με την πολιτική και την εξουσία. Κατά τον Πάρκερ, “η ψυχολογία αποτελεί μια ισχυρή ιδεολογική δύναμη και εκείνοι που έχουν τυφλή πίστη σε αυτήν υποφέρουν από ψευδή συνείδηση. Ωστόσο, αυτή η ψευδής συνείδηση τους δίνει κατά βάθος ικανοποίηση και τους κάνει να απορούν που υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που δεν θέλουν να διαφωτιστούν όπως εκείνοι” (σελ. 237). Αυτό ισχύει τόσο για το γενικό κοινό, όσο και τους ειδικούς, για τους οποίους ο συγγραφέας αναφέρει ειρωνικά ότι νομίζουν ότι είναι κοινωνικοί μηχανικοί, αλλά είναι απλά συντηρητές. Ένα τόσο κριτικό ανάγνωσμα, ενέχει βέβαια το ρίσκο της πλήρους απομάγευσης των καλοπροαίρετων φοιτητών και επαγγελματιών για την ψυχολογική πρακτική και τη μεταστροφή τους σε άλλες, θεωρητικά περισσότερο ‘προοδευτικές’ επιστήμες, όπως η φιλοσοφία, η κοινωνική ανθρωπολογία, η κοινωνιολογία. Μέλημα του συγγραφέα ωστόσο, είναι να τεκμηριώσει ότι η άσκηση της ψυχολογίας είναι διακύβευμα των πολιτικών αγώνων, και όχι μια ουδέτερη επιστημονική πρακτική. Για αυτό το στόχο, τα τελευταία τρία κεφάλαια είναι περισσότερο χρήσιμα, καθώς προσφέρουν τους πόρους για τη χαρτογράφηση μιας πορείας χειραφέτησης από τη ψυχολογία.
Τα πρώτα 9 κεφάλαια του βιβλίου πρώτα όμως καταγίνονται με την επίδραση της επιστήμης και των πρακτικών της ψυχολογίας στον κόσμο. Ειδικότερα, το πρώτο κεφάλαιο δείχνει συνοπτικά πως εμφανίστηκε η ψυχολογία ως χωριστή επιστήμη σε ένα συγκεκριμένο χωροχρόνο και πως οι ψυχολόγοι κατόρθωσαν να ορίσουν τον επαγγελματικό τους ρόλο ως ειδικοί στις ζωές των άλλων και των κοινωνικών σχέσεων, βάσει μιας λανθασμένης άποψης του τι είναι οι άνθρωποι και τι θα μπορούσαν να είναι. Το επόμενο κεφάλαιο αναλύει τις επιστημολογικές αξίες και τις μεθοδολογικές προκείμενες που εμπνέονται από τον ατομοκεντρισμό, ως κυρίαρχη ιδέα της ψυχολογικής εμπειρικής έρευνας, αποκρυστάλλωση της ιδεολογίας της καπιταλιστικής κοινωνίας. Το τρίτο κεφάλαιο καταπιάνεται με τις εφαρμογές της ψυχολογικής γνώσης στο πεδίο της εργασίας και της οικογένειας, αναδεικνύοντας ότι αποσκοπεί στην αύξηση της παραγωγικότητας και στην αποτελεσματικότητα και εύρυθμη λειτουργία της οικογένειας για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Στο τέταρτο κεφάλαιο, παρουσιάζεται πως η ψυχολογία παθολογικοποιεί τη σύγκρουση, την αντίσταση, τη συλλογική δράση και τα κινήματα, εμμένοντας σε μια προοπτική λογικής, ισορροπίας και κανονικότητας. Στη συνέχεια, το βιβλίο εστιάζει στο πως κατασκευάζεται η κοινωνική δυσφορία από τις βιολογικές εξηγήσεις της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας, και από τα υλικά και πολιτικά συμφέροντα της φαρμακοβιομηχανίας και του ‘ψυ-συμπλέγματος’. Τα επόμενα δυο κεφάλαια αποδομούν τις πιο ‘εναλλακτικές’, έκκεντρες απόψεις της σύγχρονης ψυχολογίας, για να δείξουν πως είναι εξίσου επικίνδυνες, αφού δεν μπορούν να φέρουν την αλλαγή μέσα από την ίδια την ψυχολογία. Το κεφάλαιο οχτώ προσφέρει μια σύντομη αλλά πλήρη ανασκόπηση των επαναστάσεων στην κοινωνία που ανάγκασαν τους ψυχολόγους να αναστοχαστούν ή να αλλάξουν τις πρακτικές τους, αλλά και επαναστατικών ρωγμών στην ψυχολογία που επιζούν μέχρι σήμερα. Τέλος, στο κεφάλαιο εννέα παρουσιάζονται οι προκλήσεις που θέτουν οι πολιτικοί αγώνες στο τι είναι ‘κοινή λογική’ και ‘κανονικό’, αλλά και τους τρόπους που έχει η ψυχολογία να καπελώνει τους ριζοσπαστικούς αγώνες με την ‘κοινή λογική’ της. Χρειάζεται λοιπόν ο μετασχηματισμός της ψυχολογίας σε κάτι διαφορετικό.
Τα 3 τελευταία κεφάλαια παρέχουν τους πόρους που προσβλέπουν στο μετασχηματισμό αυτό της ψυχολογίας. Στο κεφάλαιο 10, παρουσιάζονται οι υπάρχοντες αγώνες και οι πρακτικές παγκόσμια που αντιτίθενται στις κυρίαρχες πρακτικές της ψυχολογίας, που αμφισβητούν τις ‘κανονικοποιήσεις’, τις ‘φυσικοποιήσεις’ και τους αναγωγισμούς των ψυχολόγων ως εξουσιαστικές ιδεολογικές πρακτικές: αγώνες που αφορούν την αναπηρία, τον ορισμό της ψυχικής υγείας/ασθένειας, τις διαγνώσεις, κ.α. Στο επόμενο κεφάλαιο, εκτίθεται από το συγγραφέα ένα σύνολο μεταβατικών αιτημάτων, σαν ένα οδικός χάρτης για το μετασχηματισμό των πρακτικών της ψυχολογίας. Το τελευταίο κεφάλαιο, το πιο χρήσιμο για τους φοιτητές και τους εκπαιδευόμενους, προσφέρει ακόμα περισσότερες προτάσεις για μελέτη, βιβλία, περιοδικά και ιστοσελίδες που έχει ξεδιαλέξει ο συγγραφέας για μια κριτική προοπτική των ακαδημαϊκών πεδίων της ψυχολογίας.
Για την παρουσίαση της πλούσιας αυτής επισκόπησης, βοηθητική είναι η δομή της σελίδας, όπου στο κυρίως κείμενο αρθρώνεται η επιχειρηματολογία, διαρθρωμένη σε συνοπτικές ενότητες οι οποίες εξειδικεύουν το θέμα του κεφαλαίου, ενώ οι υποσημειώσεις κάθε σελίδας προσφέρουν πλούσιες παραπομπές (ενδεχομένως δυσεύρετες για το ελληνικό κοινό), για περισσότερη εμβάθυνση στην θεωρία. Σε όλο το βιβλίο η έκφραση είναι πυκνή και ακαδημαϊκή, αλλά το κείμενο είναι προσιτό, κάτι που οφείλεται βέβαια (και) στη μετάφραση και τη γλωσσική επιμέλεια. Ο εκδοτικός οίκος έχει κάνει καλαίσθητες αλλά λιτές επιλογές, τόσο στη στοιχειοθέτηση και στο εξώφυλλο. Συνολικά λοιπόν η έκδοση αυτή έρχεται να προσφέρει μια σύγχρονη θεωρητική εισαγωγή και ένα κατάλογο πόρων για την χειραφέτηση στην ψυχολογία.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Επανάσταση στην Ψυχολογία· Από την Αλλοτρίωση στη Χειραφέτηση
Συγγραφέας: Ian Parker
Εκδόσεις Oposito
Έτος έκδοσης: 2017
Αρ. σελίδων: 336
Τιμή: 23.32
Πηγή: (http://psychografimata.com/%ce%ad%ce%bd%ce%b1-%ce%b2%ce%b9%ce%b2%ce%bb%ce%af%ce%bf-%ce%b3%ce%b9%ce%b1-%cf%84%ce%b7%ce%bd-%ce%b5%cf%80%ce%b1%ce%bd%ce%ac%cf%83%cf%84%ce%b1%cf%83%ce%b7-%cf%83%cf%84%ce%b7%ce%bd-%cf%88%cf%85%cf%87/)